: Απεικάσματα σκέψης: Ιουλίου 2010
Yπάρχει μια πικρή αλήθεια στη ζωή, που ανακάλυψα ταξιδεύοντας ανατολικά και δυτικά.

Οι μόνοι που πραγματικά πληγώνουμε είναι αυτοί που αγαπάμε περισσότερο. Κολακεύουμε όσους γνωρίζουμε ελάχιστα. Ευχαριστούμε τον περαστικό επισκέπτη. Ενώ χτυπάμε απερίσκεπτα όσους μας αγαπούν περισσότερο. 

Πέμπτη 15 Ιουλίου 2010

ΕΘΝΙΚΙΣΤΕΣ Ή ΠΑΤΡΙΩΤΕΣ;
Ο δεκάλογος του καλού εθνικιστή

Του Γ. ΓΙΑΤΡΟΜΑΝΩΛΑΚΗ, Το ΒΗΜΑ, 09/03/2008

Οι λέξεις «εθνικισμός» και «εθνικιστής» εμφανίζονται στην ελληνική γλώσσα στα μέσα του 19ου αι. ως μεταφραστικά δάνεια για να περιγράψουν μια νέα κατάσταση πραγμάτων. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η ερμηνεία των όρων από παλαιότερα λεξικά. Εθνικισμός είναι «η αποκλειστική προσήλωσις εις τα εθνικά ιδεώδη με τάσεις εδαφικής επεκτάσεως του Έθνους εις βάρος άλλων Εθνών», ενώ «εθνικιστής» είναι «ο εμφορούμενος υπό των αρχών του εθνικισμού». Δεν είναι βέβαιο αν οι παλαιοί εθνικιστές ήταν προσηλωμένοι αποκλειστικά στην εδαφική επέκταση του Έθνους. Το βέβαιο είναι πως καθώς σήμερα πολλά έχουν αλλάξει, οι τωρινοί εθνικιστές πρέπει να είναι προσηλωμένοι σε περισσότερα ιδεώδη προκειμένου να υπηρετήσουν το Έθνος. Παρακάτω θα προσπαθήσουμε να καταγράψουμε κάποιες βασικές ιδιότητες που πρέπει να διαθέτει ένας μοντέρνος εθνικιστής προκειμένου να είναι άξιος του ονόματός του.
1. Ο εθνικιστής πρέπει να είναι πάντοτε υπερκομματικός. Μπροστά στο καλό του Έθνους πρέπει να αφήνει στην άκρη την κομματική ταυτότητά του. Ο εθνικιστής, είτε κατεβαίνει σε συλλαλητήριο, είτε επιβάλλει δικτατορία, πρέπει να ενεργεί υπερκομματικά. Να θυσιάζει ακόμη και τα ιερά σύμβολα του κόμματός του στον βωμό του κοινού συμφέροντος.
2. Ο σημερινός εθνικιστής είναι υπόδειγμα ηθικής και αρετής. Εθνικιστής με λεκέδες στη συνείδησή του δεν υπάρχει. Όλοι οι εθνικιστές είναι αδέκαστοι ως δικαστές, άψογοι ως χρηματιστές, ενάρετοι ως ιερωμένοι, τέλειοι ως προπονητές και μουσικοσυνθέτες. Είναι πάρα πολύ καλοί άνθρωποι, εργάζονται σκληρά και τίμια. Ούτε χρηματίζονται, ούτε εξαγοράζονται. Ούτε εκβιάζουν, ούτε εκβιάζονται. Πληρώνουν φόρους και με το παραπάνω.
3. Οι εθνικιστές ξέρουν και χειρίζονται πολύ καλά την ελληνική γλώσσα. Γράφουν και μιλούν άπταιστα την αρχαία και τη νέα ελληνική (ενίοτε και τη λατινική), ξέρουν από απαρέμφατα, γερούνδια, ετυμολογία και γλωσσολογία. Δεν νοείται εθνικιστής κάποιος που δεν έχει παρακολουθήσει εντατικά μαθήματα τηλεφιλολογίας ή δεν έχει παραδώσει ανάλογα μαθήματα.
4. Οι εθνικιστές είναι βαθιά θρησκευόμενοι. Δεν βλασφημούν τα θεία, δεν βρίζουν, εκκλησιάζονται κάθε Κυριακή, έχουν φίλους μητροπολίτες, επισκόπους, διακόνους (παλαιότερα και αρχιεπισκόπους). Πολλές φορές συμβαίνει να ανήκουν σε κόμματα που αποκαλούν τη θρησκεία «όπιο του λαού», αλλά οι ίδιοι είναι ακραιφνείς Έλληνες ορθόδοξοι χριστιανοί.
5. Οι εθνικιστές είναι οι καλύτεροι υπάλληλοι. Είναι οι άριστοι βουλευτές, οι πρώτοι δήμαρχοι, νομάρχες και κοινοτάρχες. Αν είναι γραμματείς σε κάποιο υπουργείο σέβονται και αγαπούν τους υφισταμένους τους, μονιμοποποιούν χωρίς αναβολές και δικαιολογίες νεαρές ή μεσήλικες υπαλλήλους και καταδικάζουν τη σεξουαλική παρενόχληση.
6. Οι εθνικιστές είναι πάρα πολύ καλοί οικογενειάρχες. Γι' αυτούς η οικογένεια είναι μέγα ιδεώδες, ο ακρογωνιαίος λίθος του επαγγελματικού τους οικοδομήματος. Αγαπούν τα παιδιά τους και τα βάζουν σε πάρα πολύ καλές δουλειές. Αγαπούν και βοηθούν τους φίλους τους, τους κουμπάρους, τις κουμπάρες, τους ξαδέλφους και τις ξαδέλφες. Τιμούν το στεφάνι τους, δεν απατούν τις γυναίκες τους, δεν ξενοκοιτάζουν.
7. Εθνικιστής με κάποιο σεξουαλικό κουσούρι δεν υπάρχει. Εθνικιστής που δεν διαθέτει ανδρική τιμή, ανδρικά εσώρουχα, ανδρική κολόνια είναι αποτυχημένος εθνικιστής και ανάξιος του ονόματός του. Είναι δυνατόν ένας ορθόδοξος εθνικιστής να είναι ανορθόδοξος στα ερωτικά; Σύμφωνα με ένα θεωρητικό του εθνικισμού: «Εθνικιστής που δεν βαράει και δεν πηδάει είναι το όνειδος του εθνικισμού».
8. Ένας εθνικιστής δεν πρέπει να είναι, αλλά και να φαίνεται. Κυρίως πρέπει να ακούγεται. Ο εθνικιστής (και η εθνικίστρια) πρέπει να έχει πρώτα από όλα στεντόρεια φωνή. Να βγάζει γλώσσα. Να βγαίνει στα παράθυρα της τηλεόρασης και να διαλαλεί τα εθνικά δίκαια τόσο που οι διπλανοί, όσοι δηλαδή είναι στα δίπλα παράθυρα, να πέφτουν στο κενό. Ένας άλλος θεωρητικός του εθνικισμού είπε: «Εθνικιστής που δεν τσιρίζει, καλύτερα να πάει σπίτι του».
9. Ο εθνικιστής είναι καθαρός, αμόλυντος, άσπιλος και σχεδόν πάντα ωραίος σαν Έλληνας. Τα μάτια του είναι πάντα γαλανά. Το αίμα του αρχαιοελληνικό. Απεχθάνεται τους βαρβάρους, ειδικά αν είναι μαυριδεροί και αντίχριστοι. Γι' αυτό άλλοτε τους κλείνει στα μπουντρούμια, άλλοτε τους στέλνει εκεί από όπου ήρθαν και άλλοτε τους βάζει να κτίζουν αναψυκτήρια, βίλες και καφετέριες.
10. Ένας γνήσιος εθνικιστής διαπνέεται από το ιδεώδες της ταπεινότητας και της σεμνότητας. Προκειμένου να βοηθήσει απειλούμενες ακριτικές περιοχές αυτομαστιγώνεται καθημερινά, κάνει τον τρελό, χορεύει και τραγουδά στους δρόμους. Έχουν καταγραφεί περιπτώσεις όπου κάποιοι μεταμφιέστηκαν σε νομάρχες, δημάρχους, βουλευτές, ακόμη και σε μητροπολίτες προκειμένου να κινητοποιήσουν το Έθνος. Κάποιος μάλιστα για να εμψυχώσει τους συμπολίτες του φόρεσε μάσκα, πήρε σπαθί και ντύθηκε Ζορό. Ο Ζορό είναι ένας αρχαίος Έλληνας ήρωας που κυνηγούσε τους κακούς και τους διεφθαρμένους. Ετυμολογείται από την αρχαία ελληνική λέξη «ζόρι», από όπου «ζορίζω», «ζορίζομαι» κ.ά.

Ο κ. Γιώργης Γιατρομανωλάκης είναι καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας και συγγραφέας.
Το ΒΗΜΑ, 09/03/2008 , Σελ.: B24, Κωδικός άρθρου: B15307B242, ID: 293221
Μικρό εγκώμιο στην αποτυχία
Κακώς έχουμε αναλυθεί σε κοπετούς για τους υποψηφίους που «πάτωσαν» κάτω από τη βάση 10, ο πολιτισμός μας επιβραβεύει την αποτυχία. Έτσι δεν είναι; Υποθέτω ότι έχετε δει εκείνη τη διαφήμιση τράπεζας με τον συνταξιούχο καθηγητή που μπαίνει σ’ ένα χλιδάτο κατάστημα με κάτοχο κάποιον Λαμπρόπουλο. «Είχα ένα μαθητή Λαμπρόπουλο... Αλλ’ αυτός ήταν σκράπας», λέει ο καθηγητής εντυπωσιασμένος από το κατάστημα και βέβαιος ότι αποκλείεται να είναι δημιούργημα του ανεπρόκοπου μαθητή του. Μέχρι που πέφτει μπροστά του. «Κύριε καθηγητά!» λέει ενθουσιασμένος ο μαθητής. «Λαπρόπουλε, εσύ;» απαντά γεμάτος απορία ο καθηγητής. Δεν είμαι σίγουρος αν τ’ όνομα είναι «Λαμπρόπουλος» κι αν ο χαρακτηρισμός είναι «σκράπας» ή «κουμπούρας», δεν έχει και σημασία. Σημασία έχει ότι ο «σκράπας» μαθητής υποδέχεται όλος ευγνωμοσύνη τον καθηγητή του που ενδεχομένως να τον άφησε αρκετές φορές ανεξεταστέο ή και στον τόπο. Αντιθέτως, ο καθηγητής αισθάνεται απλώς έκπληξη, ίσως και ενόχληση γιατί προφανώς προτιμούσε να δει το μαθητή του επαίτη στην είσοδο της εκκλησίας που επισκέπτεται κάθε Κυριακή ή ρακοσυλλέκτη και εν πάση περιπτώσει σε κατάσταση που να δικαιολογεί τον τρόπο που ο ίδιος τον αξιολογούσε. Το ρεζουμέ της ιστορίας των λίγων δευτερολέπτων είναι, βεβαίως, ότι οι τράπεζες πιστεύουν τους ανθρώπους που δεν πιστεύει το σχολικό σύστημα αξιολόγησης και μετατρέπουν –με δάνεια φυσικά– την αποτυχία σε επιτυχία.
Θεωρητικά, λοιπόν, όλη η δακρύβρεχτη φλυαρία για την αποτυχία του εκπαιδευτικού συστήματος που αποτυπώνεται στους 39.000 υποψηφίους με επιδόσεις από 0 έως 9,9, όλες οι απαξιωτικές αναφορές στους άνευ προσόντων «κουμπούρες» είναι καραμπινάτες βλακείες. Για τους 39.000 αποτυχημένους του 2006, ένα τραπεζικό δάνειο με ευνοϊκό επιτόκιο θα αποκαταστήσει τη βαθμολογική υστέρηση, το έλλειμμα γνώσης θα γίνει πλεόνασμα χρήματος, οι κουμπούρες θα μετατραπούν σε δαιμόνιους επιχειρηματίες, οι ειδεχθείς βάτραχοι θα μεταμορφωθούν σε λαμπερά βασιλόπουλα, χάρη στο φιλί της πριγκίπισσας-τράπεζας. [...]
Η πρόθεσή μου είναι απλώς να συνθέσω ένα μικρό, χαμηλόφωνο εγκώμιο στην αποτυχία. Όχι για να παρηγορήσω τους «αποτυχημένους» του εκπαιδευτικού Καιάδα. Δεν υπάρχει λόγος. Από πότε, άλλωστε, το «10» έγινε η διαχωριστική γραμμή του κόσμου μας; Έχουμε ένα σωρό άλλα σύνορα που καταργούν και υπερβαίνουν αυτόν τον αμφίβολο διαχωρισμό ανάμεσα στους επιτυχημένους και αποτυχημένους. Οι άνθρωποι μπορεί να είναι πλούσιοι, μεσαίοι ή φτωχοί. Είναι εργαζόμενοι, άνεργοι ή «εξ οφίτσιο» αργόσχολοι. Είναι ιδιοκτήτες ή προλετάριοι. Μορφωμένοι, ημιμαθείς ή αμόρφωτοι. Έχουμε τόσες διαχωριστικές γραμμές που δεν αντιλαμβάνομαι γιατί πρέπει να χωριστούμε στους «άνω του 10» και στους «κάτω του 10». Πολύ περισσότερο όταν πρόκειται για εφήβους. Κι ακόμη περισσότερο όταν οι επιτιμητές και κριτές τους ομολογούν ότι η αποτυχία δεν είναι δική τους, αλλά του εκπαιδευτικού συστήματος. Συμφωνώ και επαυξάνω. Και θα έλεγα επιπλέον ότι ο μέσος φορολογούμενος γονεύς δικαιούται, ανάλογα με το βαθμό «αποτυχίας» του γόνου του, να ζητήσει τα λεφτά που κατέβαλε για 13 χρόνια εκπαίδευσης. Το κράτος, πριν βουτήξει στα βαθιά νερά της μεταρρυθμιστικής αβελτηρίας, και εφόσον ομολογεί ότι με τη βαθμολόγηση των μαθητών βαθμολογείται το ίδιο και οι εκπαιδευτικές του πολιτικές, ας κάνει το λογαριασμό κι ας δώσει στους φορολογούμενους πίσω όσα τους πήρε. Αυτό είναι τουλάχιστον μια τίμια συναλλαγή. Και τότε θα δικαιούται να απαγορεύσει την είσοδο των «αποτυχημένων» στις πλεονάζουσες θέσεις ΑΕΙ και ΤΕΙ.
Αλλά επειδή το κράτος και οι πολιτικοί μας, όταν η κουβέντα φτάνει στα φράγκα, θυμούνται ότι «πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού» (τσιφούτηδες!), υπάρχει η άλλη λύση. Να αποδεσμεύσουν την εκπαίδευση από το βραχνά της επίδοσης, το σχολείο από τη λογική του ανταγωνισμού και της επιβράβευσης και τους εκπαιδευόμενους από τη ρετσινιά του «αποτυχημένου». Οι Λατίνοι έλεγαν homo educandus, ο άνθρωπος πρέπει να μορφώνεται (και όχι να παραμορφώνεται) και εννοούσαν αυτό που μερικοί χρυσοπληρωμένοι τεχνοκράτες αποκαλούν σήμερα «διά βίου εκπαίδευση». Αλλά οι Λατίνοι όπως και οι Έλληνες κυριολεκτούσαν, αντιλαμβάνονταν τη γνώση σαν ένα ανοικτό, απεριόριστο σύμπαν, όχι σαν ένα κλειστό σύστημα, οργανωμένο σε ερωταπαντήσεις multiple choice πληροφοριών, που βαθμολογείται ανά πάσα στιγμή στην κλίμακα 0-20 και αποκλείει από την επόμενη βαθμίδα γνώσης τους «αποτυχημένους».
Άλλωστε –και επανέρχομαι στο αρχικό μου επιχείρημα– ζούμε σ’ έναν οικονομικό πολιτισμό που επιβραβεύει ποικιλοτρόπως την «αποτυχία». Παρακολουθείτε μουντιάλ; Προφανώς! Ζητήστε, λοιπόν, τα βιογραφικά όλων των αστέρων του γηπέδου που τα συμβόλαιά τους ξεπερνούν σε αξία το ετήσιο ΑΕΠ της Ελλάδας. Ψάξτε τις σχολικές και σπουδαστικές τους επιδόσεις και θα διαπιστώσετε ότι αυτή η λαμπερή ομάδα των χρυσοπληρωμένων, επιτυχημένων μπαλαδόρων είναι στην πλειοψηφία τους μια δράκα αποτυχημένων αποφοίτων της υποχρεωτικής εκπαίδευσης• αν αποφοίτησαν, βέβαια, ποτέ. Έπειτα, ρίξτε μια ματιά στα ανορεξικά ή πληθωρικά κορμιά της πασαρέλας που η μόνη τους δεξιότητα είναι να ντύνονται και να γδύνονται και θα διαπιστώσετε ότι, παρότι η καλύτερη επίδοση που είχαν ποτέ ήταν η νίκη τους σε κάποια καλλιστεία, έχουν ετήσιο εισόδημα ίσο με τις ισόβιες αποδοχές του σημαντικότερου πρύτανη ευρωπαϊκού πανεπιστημίου. Υπάρχουν, βεβαίως, και τα πολύ δημοφιλέστερα παραδείγματα για την αναξιοπιστία των συστημάτων σχολικής αξιολόγησης• όπως οι κακές επιδόσεις του Αϊνστάιν στο σχολείο, η δυσλεξία του Δημοσθένη, η έμμονη ετεροαπασχόληση του θεολόγου Δαρβίνου, η απόλυτη ανέχεια του Βαν Γκονγκ, η αυτοδιδασκαλία του Ρικάρντο που ολοκλήρωσε τις συντομότατες σπουδές του στα 14 χρόνια του και αυτο-συνταξιοδοτήθηκε στα 42 του για να αφιερωθεί στη φιλοσοφία της αγοράς. Αν όλοι αυτοί, ως έφηβοι, αξιολογούνταν από το άκαμπτο βαθμοθηρικό μας σύστημα, το πιθανότερο είναι ότι θα κοσμούσαν τις στατιστικές της αποτυχίας.
Το σπαγγέτι στο πανεπιστήμιο

«Όσο περισσότερο γερνάω, τόσο περισσότερο επιστρέφω στις ρίζες μου. Η οικογένειά μου, για παράδειγμα, δεν συνήθιζε να απευθύνεται σ' εμάς τα παιδιά στην τοπική μας διάλεκτο κι έτσι δεν την έμαθα. Τώρα όμως επιδιώκω να τη μιλάω, ακόμα κι αν τη γνωρίζω άσχημα! Το να αναζητούμε τις ρίζες είναι μια απόλυτα φυσιολογική πορεία, ανήκει στο λαό. Νομίζουμε ότι μαζί με την ανάπτυξη επέρχεται και η λήθη, ότι μια κοινωνία χάνει την επαφή της με την παράδοση, την ξεχνά. Αυτό δεν είναι καθόλου αληθινό. Σήμερα ξέρουμε περισσότερα για τους Ρωμαίους απ' ό,τι ήξεραν γι' αυτούς στην Αναγέννηση. Όσο μια κοινωνία προοδεύει τόσο περισσότερο αναζητεί και ανακαλύπτει το παρελθόν της.
Βέβαια, στη διαδικασία της αναστύλωσης, της συντήρησης, είναι φυσιολογικό να εισαγάγεις και το μη αληθινό, αυτό που φαντάζεσαι ότι υπήρξε. Ακόμα και ο φιλήσυχος αμερικανός επαρχιώτης, που έχει πλήρη συνείδηση της αμερικανικής υπηκοότητάς του, αν τύχει να έχει κάποιες ρίζες από άλλη χώρα, αν είναι γερμανικής καταγωγής, για παράδειγμα, κάνει το παν για να βρεθεί με άλλους που έχουν την ίδια με αυτόν καταγωγή, οργανώνει παιχνίδια ή παρελάσεις και ίσως ανακαλύπτει παραδόσεις που δεν υπήρξαν στην ουσία ποτέ. Υπάρχει πάντα η ανάγκη του γυρισμού ακόμα κι από αυτούς που ζουν δικαιωματικά και ήσυχα σε έναν τόπο.
Όταν μια παράδοση χάνεται, υπάρχει η ανάγκη να αντικατασταθεί από κάτι άλλο. Κοιτάξτε τι μπορεί να συμβεί με τα τοπικά γλωσσικά ιδιώματα. Στην Αλεσάντρια (σ.σ.: πόλη της επαρχίας Κουνέο, απ' όπου κατάγεται ο Έκο) με την άφιξη των Ιταλών από τον Νότο και πρόσφατα με την άφιξη των ξένων, χάθηκε το τοπικό γλωσσικό ιδίωμα, η διάλεκτος, με αποτέλεσμα να μην είναι πλέον εφικτή ούτε η κλασική χριστουγεννιάτικη παράσταση. Δεν υπάρχουν θεατές, αλλά το κυριότερο δεν υπάρχουν ηθοποιοί για να την παίξουν στην παραδοσιακή μορφή της. Η διάλεκτος χάνεται και είναι ανώφελο να καταφεύγουμε στις κουταμάρες της Λέγκας που θέλει να γράφονται τα ονόματα των τόπων στη διάλεκτο, τη στιγμή που ανέκαθεν αυτά τα ονόματα ήταν γραμμένα στα ιταλικά, ή που επιδιώκει να διδάσκεται η διάλεκτος στα σχολεία. Το γλωσσικό ιδίωμα δεν μαθαίνεται στο σχολείο. Είναι ένα πρόβλημα για το οποίο δεν μπορώ να δω μια λύση. Αντίθετα, στον τόπο μου, ποτέ δεν κυκλοφορούσαν τόσα πολλά βιβλία τοπικής ιστορίας απ' όσα κυκλοφορούν τώρα!
Η παράδοση από τη φύση της έχει ανανεωτικό χαρακτήρα, δεν είναι ποτέ συντήρηση. Μιλώντας για διατροφικές συνήθειες και παραδοσιακά προϊόντα, το σπαγγέτι δεν γεννήθηκε στην Ιταλία, και η πίτσα δεν θα ήταν πίτσα χωρίς την ντομάτα που ήρθε από την Αμερική. Το λάθος που κάνουν ορισμένοι, όπως η Γαλλία, είναι να θέλουν να επιβάλουν με το ζόρι στους άλλους τη δική τους παράδοση. Απαγορεύουν τη χρήση των αγγλικών λέξεων, απαγορεύουν το τσαντόρ στα σχολεία. Μα ούτε ο φασισμός δεν κατάφερε να επιβάλει τις γραμματικές λύσεις που πρότεινε στους Ιταλούς. Ελάχιστες λέξεις από αυτές που επινόησαν έμειναν στο λεξιλόγιο του κόσμου.
Η παράδοση μπορεί να νικήσει με την εκπαίδευση. Θα μπορούσαμε να εφαρμόσουμε το πρόγραμμα «Έρασμος» στους αγρότες και στους εργάτες. Θα μάθαιναν μια ξένη γλώσσα και θα έρχονταν σε επαφή με καινούριες τεχνικές. Αυτό θα βοηθούσε την άμιλλα και θα ήταν πιο αποτελεσματικό από τις επιταγές άνωθεν που εφαρμόζουν οι Γάλλοι.
Oυμπέρτο Έκο, εφημ. «Η ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ», 30/05/2004

Απάντηση στο blog ΠΕΣ ΤΗΝ ΓΝΩΜΗ ΣΟΥ ΓΙΑ ΝΑ ΑΛΛΑΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ...

Είμαι Ελληνίδα και πονάω για την πατρίδα μου!!! Κάποτε ήμουν περήφανη ..τώρα πονάω που θέλουν να με κάνουν να ντρέπομαι για αυτήν! Όμως η χώρα μου είναι λίκνο πολιτισμού...και ο κόσμος θα ήταν πολύ διαφορετικός χωρίς την Ελλάδα! Και δεν είναι εθνικισμός αυτό... απλά ιστορία χιλιάδων χρόνων!
Δυστυχώς όμως, οι Νεοέλληνες είμαστε ανθέλληνες και ωχαδελφιστές...συμφεροντολόγοι και ατομιστές..
Πάντα ζητάμε αλλαγές και επιρρίπτουμε ευθύνες στους άλλους...χωρίς να αντιλαμβανόμαστε ότι το πρόβλημα είναι βαθύτερο...Υπεύθυνοι είμαστε εμείς και μόνο εμείς! Έχουμε καταντήσει κοινωνία απαίδευτων φερεφώνων και δεν καταλαβαίνουμε ότι αυτό που πρέπει να αλλάξει είναι οι κοινωνικές δομές.
Ζητάμε για παράδειγμα καλύτερους νόμους και αυστηρότερες ποινές , όμως αυτο που πρέπει να διαφοροποιηθεί είναι η κοινωνία μας, η παιδεία μας...
Ο στόχος της παιδείας πρέπει να είναι ανθρωπιστικός , όχι τεχνοκρατικός όπως είναι σήμερα..μαθαίνουμε στα παιδιά πως θα γίνουν τέλειοι επιστήμονες και ξεχνάμε το σημαντικότερο πως να διδάξουμε την ηθική ,την ανθρωπιά, την καλοσύνη..και μετά έχουμε απαιτήσεις από την νεολαία!
Πόσο ψεύτες είμαστε..τι υποκριτές!!!!
Αλλαγή των κοινωνικών δομών λοιπόν χρειάζεται και καλύτερη παιδεία...