: Απεικάσματα σκέψης: 2014
Yπάρχει μια πικρή αλήθεια στη ζωή, που ανακάλυψα ταξιδεύοντας ανατολικά και δυτικά.

Οι μόνοι που πραγματικά πληγώνουμε είναι αυτοί που αγαπάμε περισσότερο. Κολακεύουμε όσους γνωρίζουμε ελάχιστα. Ευχαριστούμε τον περαστικό επισκέπτη. Ενώ χτυπάμε απερίσκεπτα όσους μας αγαπούν περισσότερο. 

Πέμπτη 17 Ιουλίου 2014

Ο Έρωτας και ο Θάνατος


Όλοι μας λίγο πολύ έχουμε αναρωτηθεί τι είναι ο Έρωτας, δίχως να μπορούμε να δώσουμε πειστική απάντηση. Για μένα ο πιο επιτυχής ορισμός είναι αυτός του Καζαντζάκη “Αγαπώ θα πει χάνομαι.” Ο Ηράκλειτος είπε: Έρωτας δεν είναι”αυτό ή εκείνο”.Είναι αυτό εκείνου και εκείνο αυτού, ο πόλεμος και η ειρήνη, το οιωνεί άφατον, η άγρια ηρεμία, η ήρεμη αγριότητα. Ο Σταντάλ τον βιώνει ως “ένα εξαίσιο λουλούδι, που όμως πρέπει να έχεις το θάρρος να πας να το κόψεις στην άκρη ενός φοβερού γκρεμού”.

Όπως και να 'χει επικίνδυνος ο Έρωτας, όσο και γλυκός και αναγκαίος για τη ζωή μας. Ερωτευόμαστε αυτό που δεν είμαστε. Αυτό που θα θέλαμε να γίνουμε. Τον τολμηρό οι δειλοί, τον ντροπαλό οι θαρραλέοι , τον άπιστο οι πιστοί κι αντίστροφα. Πόσο καταλυτικά όμορφα το είχε πει ο Έρνεστ Χεμινγουέι: Σ' αγαπώ τόσο πολύ που θα 'θελα να 'μουν ο εαυτός σου.

Οι άντρες έλκονται πρωταρχικά από την εξωτερική εμφάνιση, οι γυναίκες από τους τρόπους, την συμπεριφορά και κυρίως την αίσθηση της μοναδικότητας που το αρσενικό θα προσφέρει. Κάνε μια γυναίκα να νιώσει πως έχει την αμέριστη προσοχή σου και την έχεις κερδίσει. Αφοσίωση κυρίως ψάχνει η γυναίκα ανασφαλής μέσα στο κυνήγι των προτύπων και των στερεοτύπων αιώνων. Η ομορφιά, η τρυφερότητα, η γλυκήτητα, η ευαισθησία είναι μερικά από τα χαρακτηριστικά που της έχουν “απονεμηθεί” και που καμία επαγγελματική επιτυχία ή φυλετική χειραφέτηση δεν τα έχει καταρρίψει. Ο άντρας πάλι οφείλει να είναι ο δυνατός, ο στιβαρός, ο επαγγελματικά επιτυχημένος και ο “λίγο αλήτης” που ενώ “ξενοκοιτάει” εν τέλει μόνο εμάς θέλει, μόνο εμάς αγαπά. Οποία ουτοπία...

Εν τέλει μέσα από αυτόν τον πόλεμο του Έρωτα γεννιούνται ή μεγάλες αγάπες ή μεγάλες απογοητεύσεις. Θάνατοι λόγω έρωτα δεν είναι σπάνιοι. Ανθρωποθυσίες στο βωμό της απώλειας, δολοφονίες λόγω πάθους, αυτοκτονίες μιας και η ζωή δεν έχει αξία χωρίς το έταιρον ήμιση. “Ο Έρωτας και ο Θάνατος” γράφει ο καθηγητής Δημήτρης Λιαντίνης στο βιβλίο του Γκέμμα, “είναι δυο στιγμές απόλυτα μοναδικές για τον καθένα μας. Ποτέ δε γίνεται να ζήσουν δύο άνθρωποι την ερωτική τους βίωση με όμοιο τρόπο. Αλλά με όμοιο τρόπο ποτέ δε γίνεται να ζήσουν και τη βίωση του θανάτου. Κάθε φορά που ερωτεύονται δυο άνθρωποι γεννιέται το σύμπαν...Και κάθε φορά που πεθαίνει ένας άνθρωπος, πεθαίνει το σύμπαν... Γι' αυτό ο έρωτας και ο θάνατος είναι αδελφοί και ομοιότητες, είναι συμπληρώματα, και οι δυο όψεις του ίδιου προσώπου.

Και ο Γιάννης Ρίτσος στη Σονάτα του Σεληνόφωτος – ένα αριστούργημα που έχω διδάξει και λατρεύω – γράφει:

Το ξέρω πως καθένας μονάχος πορεύεται στον έρωτα,
μονάχος στη δόξα και στο θάνατο.

Ο Έρωτας είναι η προσπάθεια των ανθρώπων να υπερβούν τον χρόνο, τη φθορά, τον θάνατο. Ο Έρωτας κινητοποιεί τη διάθεση για ζωή, ενεργοποιεί δυνάμεις που παραμένουν κρυμμένες, ανανεώνει τους ανθρώπους και αποτελεί διέξοδο από τη μίζερη καθημερινότητα. Τότε είναι κανείς ερωτευμένος , όταν δυο πράγματα τον συντρίβουν : η παρουσία και η απουσία. Γι' αυτό και στον έρωτα ο άνθρωπος πρέπει να δίνεται με όλο του το είναι. Είναι πράξη επαναστατική. Είναι πράξη απελευθερωτική και υποδούλωσης μαζί. Είναι πράξη Σταύρωσης κι Ανάστασης.

Ο Έρωτας είναι και η αιτία της λατρείας μου για την Ποίηση. Αυτή κι αν είναι μια πράξη κατεξοχήν ερωτική. Λέξη δε βγαίνει στο χαρτί χωρίς έρωτα για τον άνθρωπο, για τη ζωή, για τον έρωτα τον ίδιο. Μιλώ γιατί υπάρχει ο έρωτας που με ακούει, μιλώ γιατί μιλούν τα μάτια του μέσα μου. Μιλώ γιατί μια θάλασσα με φώλιασε μόλις με άγγιξε. Μιλώ για σένα...

Ερωτεύτηκα, πέθανα, αναστήθηκα, για να ερωτευθώ ξανά. Ο Έρωτας κι ο Θάνατος. Η Σταύρωση και η Ανάσταση. “Εγώ” κι “Εσύ”. Η Ζωή....

Ιωάννα Σαμαρά
- mips -

Κυριακή 8 Ιουνίου 2014

Άκου Κοινέ Ανθρωπάκο, Wilhelm Reich


Σε φωνάζουν Ανθρωπάκο, Κοινό Άνθρωπο.
Λένε πως χάραξε η εποχή σου, η «Εποχή του Κοινού Ανθρώπου».
Πόσο σε λυπάμαι Κοινέ Ανθρωπάκο
Μα δεν είσαι συ που το λες, ανθρωπάκο. Το λένε εκείνοι, οι αντιπρόεδροι των μεγάλων εθνών, οι εργατοπατέρες, οι μετανιωμένοι γιοι των αστών, οι πολιτικοί και οι φιλόσοφοι. Σου προσφέρουν το μέλλον, μα δε ρωτούν για το παρελθόν σου. ..κι όμως, είσαι κληρονόμος ενός τρομερού παρελθόντος. Τούτη η κληρονομιά καίει στη χούφτα σου σα διαμάντι φλεγόμενο. Εγώ αυτό έχω να σου πω.
Ο γιατρός, ο τσαγκάρης, ο μηχανικός ή ο εκπαιδευτικός, για να προκόψουν στη δουλειά τους και να κερδίσουν το ψωμί τους, πρέπει να γνωρίζουν τις ελλείψεις τους. Εδώ και κάμποσες δεκαετίες παίρνεις παγκοσμίως τα ηνία στα χέρια σου. Το μέλλον της ανθρωπότητας θα εξαρτηθεί από τις σκέψεις και τις πράξεις σου. Όμως, οι δάσκαλοι κι οι αφέντες σου δε σου μιλάνε για τον τρόπο που σκέφτεσαι πραγματικά.
Δε σου λένε ποιος είσαι στα αλήθεια. Κανένας δεν τολμά να σε φέρει αντιμέτωπο με τη μοναδική πραγματικότητα που έχει τη δύναμη να σε καταστήσει κύριο του πεπρωμένου σου. Είσαι «ελεύθερος» από μια άποψη μονάχα: ελεύθερος από την αυτοκριτική, που μπορεί να σε βοηθήσει να κουμαντάρεις τη ζωή σου.
Δε σ’ άκουσα να παραπονιέσαι ποτέ: «Με εκθειάζετε σαν το μελλοντικό αφέντη του εαυτού μου και του κόσμου μου. Αλλά δε μου λέτε πώς γίνεται κανείς αφέντης του εαυτού του. Δε μου λέτε ποια είναι τα λάθη και τα ελαττώματά μου, πού σφάλλω στον τρόπο που σκέφτομαι και πράττω».
Επιτρέπεις στους ισχυρούς να απαιτούν τη δύναμη εν ονόματι «του ανθρωπάκου». Όμως, εσύ ο ίδιος παραμένεις βουβός. Ενισχύεις τους ισχυρούς με περισσότερη δύναμη. Επιλέγεις για εκπροσώπους ανθρώπους αδύναμους και κακοήθεις. Τελικά διαπιστώνεις πάντα, πολύ αργά, πως σ’ έπιασαν κορόιδο.
Σε καταλαβαίνω! κι ετούτο επειδή αντίκρισα αμέτρητες φορές γυμνό το κορμί και την ψυχή σου. Σε είδα δίχως τη μάσκα σου, την κομματική σου ταυτότητα ή την εθνική σου υπερηφάνεια. Γυμνό σα νεογέννητο, γυμνό σα στρατάρχη ξεβράκωτο. Σ’ άκουσα να κλαις και να οδύρεσαι. Μου μίλησες για τα προβλήματά σου, τις αγάπες και τους πόθους σου. Σε ξέρω και σε καταλαβαίνω και θα σου πω τι είσαι, ανθρωπάκο, επειδή πιστεύω πραγματικά στο τρανό σου μέλλον. Μα επειδή το μέλλον σού ανήκει, αναμφίβολα σου ανήκει, ρίξε μια ματιά στον εαυτό σου. Κοίτα τον όπως είναι πραγματικά. Άκου αυτό που κανένας από τους ηγέτες και τους αντιπροσώπους σου δεν τολμά να σου πει:
Είσαι «άνθρωπος μικρός, κοινός». Συλλογίσου τη διπλή έννοια που έχουν τούτες οι λέξεις, «μικρός» και «κοινός»… Μην το βάζεις στα πόδια! Βρες το κουράγιο να αντικρίσεις τον εαυτό σου!
«Με ποιο δικαίωμα μου κάνεις κήρυγμα;» Βλέπω την ερώτηση στο τρομαγμένο βλέμμα σου. Σ’ ακούω να την ξεστομίζεις όλο αυθάδεια. Φοβάσαι να αντικρίσεις τον εαυτό σου, ανθρωπάκο. Φοβάσαι την κριτική, όσο και τη δύναμη που σου υποσχέθηκαν. Αλήθεια, πώς σκέφτεσαι να χρησιμοποιήσεις τη δύναμή σου; Δεν ξέρεις. Φοβάσαι και να σκεφτείς ακόμη πως μπορεί κάποια μέρα να ‘σαι διαφορετικός: ελεύθερος αντί φοβισμένος, ειλικρινής αντί ραδιούργος, να χαίρεσαι τον έρωτα, όχι σαν τον κλέφτη μες στη νύκτα, αλλά ανοικτά, στο φως του ήλιου.
Απεχθάνεσαι τον εαυτό σου, ανθρωπάκο. Αναρωτιέσαι, «Ποιος είμαι εγώ που θα ‘χω άποψη, θα κουμαντάρω τη ζωή μου και θα αποκαλώ ολάκερη την οικουμένη δική μου;» Δίκιο έχεις. Ποιος είσαι εσύ που θα διεκδικήσεις τη ζωή σου; Ε, λοιπόν, θα σου πω ποιος είσαι.
Διαφέρεις από τον ισχυρό σε τούτο μόνο, ο ισχυρός υπήρξε κάποτε ένας πολύ μικρός ανθρωπάκος, αλλά ανέπτυξε μια σημαντική ικανότητα. Αναγνώρισε την ποταπότητα και την ανεπάρκεια των σκέψεων και των πράξεών του. Κάτω από την πίεση κάποιου έργου που θεώρησε σημαντικό, έμαθε να διακρίνει ότι η μικρότητα κι η ευτέλειά του απειλούσαν την ευτυχία του. Με άλλα λόγια ο ισχυρός γνωρίζει πότε και σε τι είναι ανθρωπάκος. Ο ανθρωπάκος, όμως, δε γνωρίζει ότι είναι ποταπός και φοβάται να το μάθει.
Κρύβει την ποταπότητα και την ανεπάρκειά του πίσω από αυταπάτες δύναμης και μεγαλείου, τη δύναμη και του μεγαλείου κάποιου άλλου. Είναι περήφανος για τους μεγάλους στρατηγούς του, αλλά όχι για τον εαυτό του. Θαυμάζει την ιδέα που δεν είχε κι όχι εκείνη που είχε. Όσο λιγότερο καταλαβαίνει κάτι, τόσο περισσότερο πιστεύει σ’ αυτό κι όσο καλύτερα αντιλαμβάνεται μια ιδέα, τόσο η πίστη του σ’ αυτήν κλονίζεται.
Ας αρχίσω, όμως, από τον ανθρωπάκο που έχω μέσα μου: Επί είκοσι πέντε χρόνια υπερασπίζομαι, γραπτά και προφορικά, το δικαίωμά σου στην ευτυχία. Κατακρίνω την ανικανότητά σου να καρπώνεσαι εκείνο που σου ανήκει, να διασφαλίζεις όσα κέρδισες με αίμα στο Παρίσι και στη Βιέννη, στον αμερικανικό εμφύλιο και τη ρωσική επανάσταση. Μα το Παρίσι σου κατέληξε στον Πετέν και τον Λαβάλ, η Βιέννη σου στον Χίτλερ, η Ρωσία σου στον Στάλιν και η Αμερική σου κινδυνεύει να καταλήξει στα χέρια της Κου Κλουξ Κλαν!
Καταφέρνεις να κερδίζεις την ελευθερία σου, μα δεν μπορείς να τη διασφαλίσεις για τον εαυτό σου και τους άλλους. Αυτό το γνώριζα από καιρό. Εκείνο, όμως, που δεν καταλάβαινα ήταν γιατί, αφού κατόρθωνες να βγεις παλεύοντας απ’ το βούρκο, βούλιαζες κάθε φορά σ’ ένα χειρότερο. Έπειτα, ψηλαφιστά, παρατηρώντας προσεκτικά γύρω μου, ανακάλυψα σταδιακά ποιο είναι εκείνο που σε κρατά δέσμιο: Είσαι δεσμώτης του εαυτού σου. Ο μόνος υπεύθυνος για τη σκλαβιά σου είσαι εσύ ο ίδιος. Μόνον εσύ και κανένας άλλος, άκου που σου λέω!
Δεν το ‘χεις ξανακούσει αυτό, έτσι; Οι ελευθερωτές σου λένε πως ο Κάιζερ, ο Τσάρος, ο Πάπας Γρηγόριος ο ΚΖ’, ο Μόργκαν, ο Κρουπ κι ο Φορντ, αυτοί είναι οι δυνάστες σου και ποιοι είναι οι ελευθερωτές σου; Ο Μουσολίνι, ο Ναπολέων, ο Χίτλερ και ο Στάλιν. (και η βλακεία έχει όρια … ή μήπως όχι;)
Γι’ αυτό σου λέω: «Εσύ μονάχα μπορείς να γίνεις ελευθερωτής του εαυτού σου!»
Σ’ αυτό το σημείο διστάζω. Ισχυρίζομαι πως αγωνίζομαι για την αλήθεια και την αγνότητα. Όμως, ενώ αποφάσισα να σου πω την αλήθεια για τον εαυτό σου, τώρα διστάζω. Σε φοβάμαι, εσένα και τη στάση σου απέναντι στην αλήθεια. Όταν η αλήθεια σε αφορά, γίνεται επικίνδυνη. Μπορεί να είναι ευεργετική, μα μπορεί επίσης να γίνει λάβαρο στα χέρια της κάθε συμμορίας. Αν δεν ήταν έτσι, δε θα ήσουν στη θέση που βρίσκεσαι σήμερα.

Ο νους μού υπαγορεύει: «Πες την αλήθεια, ανεξάρτητα απ’ το τίμημα». Ο ανθρωπάκος μέσα μου λέει: «Θα ήταν βλακεία να εμπιστευτείς τον εαυτό σου στο έλεος του ανθρωπάκου. Ο ανθρωπάκος δε θέλει να ακούσει την αλήθεια για τον εαυτό του. Δε θέλει να σηκώσει το φορτίο της μεγάλης ευθύνης που τον βαρύνει, είτε του αρέσει, είτε όχι. Θέλει να παραμείνει ανθρωπάκος, ή να γίνει μεγάλος ανθρωπάκος. Θέλει να γίνει πλούσιος, εργατοπατέρας, επικεφαλής του συλλόγου βετεράνων ή πρόεδρος του φιλόπτωχου. Δε θέλει, όμως, να αναλάβει την ευθύνη για τη δουλειά του, για τα αποθέματα τροφίμων, για το οικιστικό, τη συγκοινωνία, την παιδεία, τις επιστημονικές έρευνες, τη διοίκηση ή οτιδήποτε άλλο».
Ο ανθρωπάκος μέσα μου λέει: «Έγινες πια μεγάλος και τρανός, γνωστός σε Γερμανία, Αυστρία, Σκανδιναβία, Αγγλία, Αμερική και Παλαιστίνη. Οι κομμουνιστές σε πολεμούν. Οι «σωτήρες των πολιτιστικών αξιών» σε μισούν. Τα θύματα της συναισθηματικής πανούκλας σε διώκουν. Έχεις γράψει δώδεκα βιβλία και εκατόν πενήντα άρθρα για την αθλιότητα της ζωής, την αθλιότητα του ανθρωπάκου. Το έργο σου διδάσκεται στα πανεπιστήμια και άλλοι μεγάλοι, μοναχικοί άνθρωποι, λένε πως είσαι πολύ μεγάλος άνθρωπος.
Συγκαταλέγεσαι ανάμεσα στους κολοσσούς της επιστήμης. Ανακαλύπτοντας την κοσμική ενέργεια της ζωής και τους νόμους που διέπουν τη ζωντανή ύλη, έκανες τη μεγαλύτερη ανακάλυψη των τελευταίων αιώνων. Βοήθησες να γίνει κατανοητή η φύση του καρκίνου. Είπες την αλήθεια. Γι’ αυτό σε κυνηγούν από χώρα σε χώρα. Τώρα δικαιούσαι να ξεκουραστείς. Απόλαυσε την επιτυχία και τη φήμη σου. Σε λίγα χρόνια το όνομά σου θα ακούγεται παντού. Αρκετά έκανες. Φτάνει πια. Αφοσιώσου πλέον στις μελέτες σου για το λειτουργικό νόμο της φύσης».
Έτσι λέει ο ανθρωπάκος μέσα μου, επειδή σε φοβάται, ανθρωπάκο. Για πολλά χρόνια ήμουν σε στενή επαφή μαζί σου. Μέσα από τις προσωπικές μου εμπειρίες γνώριζα τη ζωή σου και ήθελα να σε βοηθήσω. Διατηρούσα τούτη την επαφή, επειδή έβλεπα ότι σε βοηθούσα πραγματικά κι ότι δεχόσουν πρόθυμα τη βοήθειά μου, συχνά με δάκρυα στα μάτια. Λίγο-λίγο, όμως, άρχισα να καταλαβαίνω ότι ενώ ήσουν πρόθυμος να δεχτείς τη βοήθειά μου, ήσουν ανίκανος να την υπερασπιστείς.
Την υπερασπίστηκα εγώ για σένα και πάλεψα σκληρά για λογαριασμό σου. Μα ήρθαν οι ηγέτες σου και κατέστρεψαν το έργο μου· κι εσύ τους ακολούθησες, δίχως να βγάλεις άχνα. Μετά απ’ αυτό διατήρησα την επαφή μαζί σου, ελπίζοντας να ανακαλύψω τον τρόπο που θα μπορούσε κανείς να σε βοηθήσει χωρίς να καταστραφεί, είτε ως ηγέτης, είτε ως θύμα σου. Ο ανθρωπάκος μέσα μου ήθελε να σε κερδίσει, να σε «σώσει», να τον θωρείς με το ίδιο δέος που αντιμετωπίζεις τα «ανώτερα μαθηματικά», επειδή δεν έχεις ιδέα τι είναι. Όσο λιγότερο καταλαβαίνεις, τόσο περισσότερο δέος νιώθεις.
Ξέρεις τον Χίτλερ καλύτερα από τον Νίτσε, τον Ναπολέοντα καλύτερα από τον Πεσταλότσι. Ο ανθρωπάκος μέσα μου θέλει να σε κερδίσει, όπως σε κερδίζουν συνήθως με τα ταμ-ταμ της ηγεσίας. Όταν ο ανθρωπάκος μέσα μου ονειρεύεται να «σε οδηγήσει στην ελευθερία», σε φοβάμαι. Υπάρχει κίνδυνος να ανακαλύψεις μέσα μου τον εαυτό σου κι εμένα μέσα σου, να τρομάξεις και γυρεύοντας να δολοφονήσεις τον εαυτό σου, να δολοφονήσεις εμένα. Μα δεν είμαι πια πρόθυμος να πεθάνω, υπερασπίζοντας την ελευθερία σου να είσαι σκλάβος του καθενός.
Δεν καταλαβαίνεις τι εννοώ. Αντιλαμβάνομαι ότι η «ελευθερία να είσαι σκλάβος του καθενός» δεν είναι ευκολονόητη ιδέα.
Προκειμένου να ξεφύγεις από την κατάσταση του σκλάβου που είναι αφοσιωμένος σε έναν και μοναδικό αφέντη και να γίνεις σκλάβος του καθενός, πρέπει πρώτα να σκοτώσεις το συγκεκριμένο δυνάστη, τον τσάρο ας πούμε.Δίχως, όμως, επαναστατικά κίνητρα και υψηλά ιδανικά περί ελευθερίας, δεν μπορείς να διαπράξεις έναν τέτοιο πολιτικό φόνο.
Συνεπώς, ιδρύεις ένα επαναστατικό κόμμα κάτω από την ηγεσία ενός πραγματικά μεγάλου ανθρώπου, του Ιησού, ας πούμε, του Μαρξ, του Λίνκολν ή του Λένιν. Τούτος ο πραγματικά μεγάλος άνθρωπος παίρνει πολύ σοβαρά το θέμα της ελευθερίας σου. Αν θέλει να πετύχει πρακτικά αποτελέσματα, είναι υποχρεωμένος να μαζέψει γύρω του ένα σωρό ανθρωπάκια, βοηθούς κι εκτελεστικά όργανα, επειδή δεν μπορεί να φέρει σε πέρας ένα τέτοιο κολοσσιαίο έργο μονάχος.
Αν δε συγκέντρωνε γύρω του μερικά μεγάλα ανθρωπάκια, δε θα τον καταλάβαινες, θα τον αγνοούσες. Περιβάλλεται από μεγάλα ανθρωπάκια για να αποκτήσει δύναμη για χάρη σου, να κατακτήσει μιαν αλήθεια, ή να θεμελιώσει μια νέα, καλύτερη πίστη. Γράφει ευαγγέλια, φτιάχνει νόμους για να διασφαλίσει την ελευθερία σου κι υπολογίζει στη βοήθειά σου και την προθυμία σου να τον συνδράμεις. Σε τραβάει έξω από τον κοινωνικό βούρκο, όπου είχες βουλιάξει.
Προκειμένου, όμως, να κρατήσει ενωμένα όλα τα μεγάλα ανθρωπάκια και να μη χάσει την εμπιστοσύνη σου, ο πραγματικά μεγάλος άνθρωπος αναγκάζεται, λίγο-λίγο, να θυσιάσει τη μεγαλοσύνη που ανέπτυξε με μόχθο, σε βαθιά πνευματική απομόνωση, μακριά από σένα και τη σύγχυση της καθημερινότητάς σου, μα πάντα σε στενή επαφή με τη ζωή σου. Προκειμένου να σε καθοδηγεί, πρέπει να σου επιτρέψει να τον λατρεύεις σαν απρόσιτο θεό.
Δε θα του είχες καμιά εμπιστοσύνη αν παρέμενε ο απλός άνθρωπος που ήταν και πριν, αν συζούσε, για παράδειγμα, με μια γυναίκα, δίχως να έχουν ενωθεί με τα δεσμά του γάμου. Έτσι, εσύ ο ίδιος δημιουργείς τον καινούργιο αφέντη σου. Όμως, εξυψωμένος στο βαθμό του καινούργιου αφέντη, ο μεγάλος άνθρωπος χάνει τη μεγαλοσύνη του, που ήταν συνισταμένη ακεραιότητας, απλότητας, θάρρους και επαφής με την πραγματικότητα της ζωής.
Τα μεγάλα ανθρωπάκια, που αντλούν το κύρος τους από το μεγάλο άνθρωπο, καταλαμβάνουν καίριες θέσεις στην οικονομία, τη διπλωματία, την κυβέρνηση, τις τέχνες και τις επιστήμες. Εσύ παραμένεις εκεί που ήσουν εξαρχής, στο βούρκο! Εξακολουθείς να περιφέρεσαι ρακένδυτος, για χάρη του «μέλλοντος του σοσιαλισμού», ή του «Τρίτου Ράιχ». Εξακολουθείς να ζεις σε λασποκαλύβες, σοβαντισμένες με κοπριά. Είσαι, όμως, περήφανος για το Μέγαρο του Πολιτισμού. Είσαι ικανοποιημένος με την ψευδαίσθηση πως έχεις δύναμη… Μέχρι τον επόμενο πόλεμο και την πτώση των καινούργιων αφεντάδων.
Άλλα ανθρωπάκια σε μακρινές χώρες μελέτησαν διεξοδικά τον πόθο σου να είσαι σκλάβος του καθενός. κι αυτό τους δίδαξε πώς να γίνονται μεγάλα ανθρωπάκια, με τη μικρότερη νοητική προσπάθεια. Τούτα τα μεγάλα ανθρωπάκια δε γεννήθηκαν σε επαύλεις· αναδύθηκαν από τις δικές σου τάξεις. Πείνασαν, όπως κι εσύ. Υπέφεραν, όσο κι εσύ. Ανακάλυψαν έναν ταχύτερο τρόπο να αλλάζουν αφέντες.
Επί εκατοντάδες χρόνια αληθινά μεγάλοι διανοητές έκαναν ανυπολόγιστες θυσίες. Αφιέρωσαν το νου και τη ζωή τους για να σου εξασφαλίσουν την ελευθερία και την ευημερία σου. Ε, λοιπόν, τα ανθρωπάκια που αναδύθηκαν από τους κόλπους σου, ανακάλυψαν πως δε χρειάζεται να καταβάλει κανείς τόσο κόπο και μόχθο. Εκείνο που κατόρθωσαν, μετά από δοκιμασίες και σκληρό πνευματικό αγώνα πολλών χρόνων, οι αληθινά μεγάλοι διανοητές, αυτοί κατάφεραν να το καταστρέψουν σε λιγότερο από πέντε. Μάλιστα, τα ανθρωπάκια από τις τάξεις σου ανακάλυψαν τον τρόπο να επισπεύδουν τη διαδικασία.
Η μέθοδός τους είναι χυδαία και κτηνώδης. Σου λένε απερίφραστα ότι εσύ κι η ζωή σου, τα παιδιά κι η οικογένειά σου δεν αξίζουν πεντάρα· ότι είσαι ένα ηλίθιο ανδράποδο που μπορούν να το κάνουν ό,τι θέλουν. Δε σου υπόσχονται ατομικές, μα εθνικές ελευθερίες. Δε λένε λέξη περί αυτοσεβασμού. Σου λένε μονάχα να σέβεσαι το κράτος. Δε σου υπόσχονται προσωπική μεγαλοσύνη, αλλά εθνικό μεγαλείο.
Εφόσον η «ατομική ελευθερία» και η «ατομική μεγαλοσύνη» δε σημαίνουν για σένα το παραμικρό, ενώ η «εθνική ελευθερία» και τα «εθνικά συμφέροντα» διεγείρουν τις φωνητικές σου χορδές ακριβώς όπως τρέχουν τα σάλια του σκύλου μπροστά στο κόκαλο. Ο ήχος αυτών των λέξεων σε κάνει να ζητωκραυγάζεις. Φυσικά, κανένα από αυτά τα ανθρωπάκια δεν πληρώνει το τίμημα της γνήσιας ελευθερίας που πλήρωσε ο Τζιορντάνο Μπρούνο, ο Ιησούς, ο Καρλ Μαρξ ή ο Λίνκολν.
Δε σ’ αγαπούν, ανθρωπάκο· σε περιφρονούν, επειδή περιφρονείς τον εαυτό σου. Σε ξέρουν απ’ έξω κι ανακατωτά, καλύτερα απ’ ό,τι σε ξέρουν οι Ροκφέλερ και οι Τόρις. Γνωρίζουν τις χειρότερες αδυναμίες σου, όπως θα έπρεπε να τις γνωρίζεις εσύ. Σε θυσίασαν σ’ ένα σύμβολο κι εσύ τους έδωσες τη δύναμη να σ’ εξουσιάζουν. Εσύ ο ίδιος τους αναγόρευσες αφεντικά σου και συνεχίζεις να τους στηρίζεις, παρόλο που πέταξαν τις μάσκες τους. Στο ‘παν κατάμουτρα: «Είσαι και θα είσαι πάντα κατώτερος, ανίκανος να αναλάβεις την παραμικρή ευθύνη» κι εσύ τους αποκαλείς καθοδηγητές και σωτήρες και φωνάζεις «ζήτω, ζήτω».
Σε φοβάμαι, ανθρωπάκο. Σε τρέμω, επειδή από σένα εξαρτάται το μέλλον της ανθρωπότητας. Σε φοβάμαι, επειδή το κυριότερο μέλημά σου στη ζωή είναι να δραπετεύεις από τον εαυτό σου. Είσαι άρρωστος, ανθρωπάκο, άρρωστος βαριά. Δε φταις εσύ γι’ αυτό, μα έχεις υποχρέωση να γιατρευτείς. Θα ‘χες από καιρό αποτινάξει τα δεσμά σου, αν δεν ενθάρρυνες ο ίδιος την καταπίεση και δεν τη στήριζες άμεσα με τις πράξεις σου.
Καμία αστυνομική δύναμη στον κόσμο δε θα ήταν ικανή να σε συντρίψει, αν διέθετες στην καθημερινή σου ζωή έστω και μια στάλα αυτοσεβασμό· αν συνειδητοποιούσες, πραγματικά συνειδητοποιούσες, πως χωρίς εσένα η ζωή δε θα συνέχιζε ούτε μια ώρα. Στο είπε αυτό ο ελευθερωτής σου; Σε αποκάλεσε «Προλετάριο του Κόσμου», αλλά δε σου είπε ότι εσύ, και μόνο εσύ, είσαι υπεύθυνος για τη ζωή σου (κι όχι για την τιμή της πατρίδας σου).
Πρέπει να συνειδητοποιήσεις ότι εσύ αναγορεύεις τα ανθρωπάκια σου καταπιεστές και φοράς το αγκάθινο στεφάνι του μαρτυρίου στους πραγματικά μεγάλους ανθρώπους. Ότι τους σταυρώνεις και τους λιθοβολείς, ή τους αναγκάζεις σε λιμοκτονία. Ότι δεν τους σκέφτεσαι ποτέ, ούτε λογαριάζεις όσα έκαναν για σένα. Ότι δεν έχεις ιδέα σε ποιους χρωστάς όσα απολαμβάνεις στη ζωή…
Μα ποιος νομίζεις ότι είσαι ανθρωπάκο; κοίτα γύρω σου «Πριν σε εμπιστευτώ, θέλω να μάθω τι πρεσβεύεις». Αν σου πω τι πρεσβεύω, θα τρέξεις γραμμή στον εισαγγελέα ή την Επιτροπή Αντιαμερικανικής Δραστηριότητας, στο FBI ή τη GPU, στην αγαπημένη σου παλιοφυλλάδα, την Κου Κλουξ Κλαν ή τους διάφορους ηγέτες του παγκόσμιου προλεταριάτου.
Δεν είμαι λευκός μήτε μαύρος, κόκκινος ή κίτρινος.
Δεν είμαι Χριστιανός, ούτε Εβραίος, Μουσουλμάνος ή Μορμόνος. Δεν είμαι πολύγαμος, μήτε ομοφυλόφιλος ή αναρχικός.
Όταν αγκαλιάζω μια γυναίκα, είναι επειδή την αγαπώ και την ποθώ κι όχι επειδή έχω πιστοποιητικό γάμου ή είμαι σεξουαλικά πεινασμένος.
Δε δέρνω τα παιδιά. Δεν ψαρεύω, δεν κυνηγώ κι ας είμαι καλός σκοπευτής κι ας αγαπώ τη σκοποβολή.
Δεν παίζω μπριτζ και δε δίνω πάρτι για να διαδώσω τις ιδέες μου. Αν οι ιδέες μου ευσταθούν, θα διαδοθούν από μόνες τους.
Δεν υποβάλλω τις εργασίες μου σε καμιά ιατρική αυθεντία, εκτός κι αν τις κατανοεί καλύτερα από μένα. Εγώ αποφασίζω ποιος κατανοεί τις ανακαλύψεις μου και ποιος όχι.
Τηρώ κάθε λογικό νόμο κατά γράμμα, αλλά μάχομαι τους απαρχαιωμένους ή τους εξωφρενικούς.
Μη βιαστείς να καταφύγεις στον εισαγγελέα, ανθρωπάκο! Αν είναι έντιμος άνθρωπος, το ίδιο κάνει κι εκείνος.
Θέλω τα παιδιά και οι νέοι να απολαμβάνουν το σωματικό έρωτα δίχως αναστολές.
Δε θεωρώ ότι για να είναι κανείς θρήσκος, με την καλύτερη, αυθεντικότερη έννοια, πρέπει να καταστρέψει την ερωτική του ζωή και να μουμιοποιηθεί, στην ψυχή και το σώμα.
Γνωρίζω πως εκείνο που αποκαλείς «Θεός» υπάρχει πραγματικά, αλλά όχι με τη μορφή που φαντάζεσαι. Ο Θεός είναι η πρωταρχική κοσμική ενέργεια, ο έρωτας στο κορμί σου, η ακεραιότητα του χαρακτήρα σου και το αίσθημα της φύσης, μέσα σου και γύρω σου.
Αν δοκίμαζε κανείς με οποιοδήποτε πρόσχημα να επέμβει στο έργο μου ως γιατρός ή εκπαιδευτικός, θα τον πετούσα έξω από την πόρτα κι αν με καλούσαν στο δικαστήριο, θα του έθετα μερικές απλές, ξεκάθαρες ερωτήσεις, στις οποίες δε θα μπορούσε να απαντήσει δίχως να ντρέπεται σ’ όλη του τη ζωή.
…κι αυτό γιατί γνωρίζω τι είναι εσωτερικά ο άνθρωπος. Γνωρίζω πως κάθε ανθρώπινο ον, έχει την ιδιαίτερη αξία του. Θέλω, επίσης, να κυβερνάται ο κόσμος με γνώμονα το έργο και όχι τις απόψεις περί έργου. Έχω τις δικές μου απόψεις και μπορώ να διακρίνω το ψέμα από την αλήθεια. Τη χρησιμοποιώ καθημερινά σαν εργαλείο στη δουλειά μου· την καθαρίζω όταν τελειώνω και τη διατηρώ καθαρή.
Σε φοβάμαι, ανθρωπάκο, σε φοβάμαι πολύ. Δεν ήμουν έτσι πάντα. Ήμουν κι εγώ ανθρωπάκος, ανάμεσα σε εκατομμύρια άλλα ανθρωπάκια. Κατόπιν έγινα επιστήμονας και ψυχίατρος. Έμαθα να διακρίνω πόσο άρρωστος είσαι και πόσο επικίνδυνη είναι η αρρώστια σου. Έμαθα να διακρίνω ότι αυτό που σε καθηλώνει -καθημερινά, κάθε ώρα της μέρας, ακόμα και δίχως την ενίσχυση κάποιας εξωτερικής πίεσης- είναι η ψυχική διαταραχή σου κι όχι κάποια ανώτερη δύναμη, έξω από σένα.
Αν ήσουν εσωτερικά ζωντανός και υγιής, θα ‘χες ανατρέψει τους τύραννους, από καιρό. Στο παρελθόν οι δυνάστες σου προέρχονταν από τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα, μα σήμερα ξεπηδούν από τους κόλπους σου. Είναι κι αυτοί ανθρωπάκια σαν κι εσένα, ανθρωπάκο και πρέπει να είναι στ’ αλήθεια πολύ μικροί και ποταποί για να γνωρίζουν, από πείρα, την αθλιότητά σου και με βάση τούτη τη γνώση να σε καταπιέζουν αποτελεσματικότερα και στυγνότερα από ποτέ.
Δεν έχεις κανένα αισθητήριο για να διακρίνεις τον πραγματικά μεγάλο άνθρωπο. Ο χαρακτήρας του, τα βάσανά του, η λαχτάρα του, η οργή του κι ο αγώνας του για σένα σου είναι άγνωστα. Αγνοείς εντελώς πως υπάρχουν άντρες και γυναίκες που, από φύση τους, είναι ανίκανοι να σε καταπιέσουν και να σε εκμεταλλευτούν· άντρες και γυναίκες που θέλουν να είσαι ελεύθερος, πραγματικά κι αληθινά ελεύθερος. Μα αντιπαθείς τούτους τους άντρες και τις γυναίκες, επειδή είναι έξω από τη φύση σου.
Είναι απλοί και ειλικρινείς. Εκτιμούν την αλήθεια, όσο εκτιμάς εσύ την κομπίνα. Βλέπουν μέσα σου σα να ‘σαι διάφανος, αλλά δε σε περιφρονούν. Θλίβονται για την κατάντια του ανθρώπου. Μα διαισθάνεσαι πως βλέπουν μέσα σου και νιώθεις να απειλείσαι. Αναγνωρίζεις τη μεγαλοσύνη τους, ανθρωπάκο, μόνο όταν πολλά άλλα ανθρωπάκια σού πουν ότι είναι μεγάλοι. Φοβάσαι τους μεγάλους ανθρώπους, την επαφή τους με τη ζωή και την αγάπη τους γι’ αυτή. Όμως ο μεγάλος άνθρωπος σε αγαπά, όπως θα αγαπούσε κάθε ζωντανό πλάσμα. Δε θέλει να υποφέρεις, όπως υποφέρεις χιλιάδες χρόνια τώρα. Δε θέλει να λες ανοησίες, όπως λες εδώ και χιλιάδες χρόνια. Δε θέλει να δουλεύεις σαν μουλάρι, επειδή αγαπά τη ζωή και θέλει να την απαλλάξει από τα βάσανα και τον εξευτελισμό.
Ωθείς τους πραγματικά μεγάλους ανθρώπους να σε περιφρονούν, να αποστρέφουν με θλίψη το κεφάλι στη θέα της μικρότητάς σου, να σε αποφεύγουν και, το χειρότερο, να σε λυπούνται. Κι αν τύχει, ανθρωπάκο, να είσαι ψυχίατρος, ένας Λαμπρόσο για παράδειγμα, χαρακτηρίζεις τον αληθινά μεγάλο άνθρωπο εγκληματία ή εν δυνάμει εγκληματία και τρελό, επειδή ο μεγάλος άνθρωπος, αντίθετα από σένα, δε βάζει στόχο στη ζωή του τα πλούτη, την κοινωνική αποκατάσταση της κόρης του μ’ έναν καλό γάμο, την πολιτική καριέρα ή τους ακαδημαϊκούς τίτλους.
Έτσι, επειδή είναι διαφορετικός από σένα, τον αποκαλείς «μεγαλοφυΐα» ή «παλαβιάρη». Εκείνος από την πλευρά του είναι πρόθυμος να παραδεχτεί πως δεν είναι μεγαλοφυΐα, μα ένα απλό, ζωντανό πλάσμα. Τον χαρακτηρίζεις ακοινώνητο, επειδή προτιμά να μένει μόνος με τις σκέψεις του, παρά να ακούει ανόητες φλυαρίες στις κοινωνικές εκδηλώσεις σου. Τον αποκαλείς τρελό επειδή ξοδεύει τα λεφτά του σε επιστημονικές έρευνες, αντί να τα επενδύει στο χρηματιστήριο, όπως εσύ.
Έχεις το θράσος, ανθρωπάκο, στον αβυσσαλέο εκφυλισμό σου, να αποκαλείς έναν απλό, ειλικρινή άνθρωπο «ανώμαλο». Τον συγκρίνεις με τον εαυτό σου, τον μετράς με τα ευτελή σου κριτήρια και βρίσκεις πως δε φτάνει τις απαιτήσεις της δικής σου ομαλότητας. Δεν μπορείς να δεις, ανθρωπάκο. Αρνείσαι να αναγνωρίσεις ότι εξωθείς αυτόν τον άνθρωπο, που σε αγαπά και θέλει να σε βοηθήσει, μακριά από κάθε μορφή κοινωνικής ζωής, επειδή την έχεις καταντήσει αφόρητη, είτε στο σαλόνι, είτε στην ταβέρνα.
Ποιος τον έκανε αυτό που είναι σήμερα, μετά από βάσανα κι απόγνωση δεκαετιών; Εσύ, με την αναλγησία σου, τη στενοκεφαλιά σου, το διεστραμμένο τρόπο σκέψης και τις «απαράβατες αξίες» σου, που είναι ανίκανες να αντέξουν τις κοινωνικές εξελίξεις μιας δεκαετίας. Σκέψου μόνο όλα εκείνα τα αδιαμφισβήτητα στα οποία ορκιζόσουν τα χρόνια που μεσολάβησαν μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου.
Πες μου ειλικρινά, ανθρωπάκο, πόσα αναθεώρησες από αυτά; Κανένα, ανθρωπάκο. Ο μεγάλος άνθρωπος σκέφτεται προσεκτικά, αλλά όταν αφοσιωθεί σε μια ιδέα, βλέπει πολύ μακριά. κι εσύ, ανθρωπάκο, όταν η ιδέα του αποδεικνύεται σωστή κι αντέχει στο πέρασμα του χρόνου, εκεί που η δική σου είναι ρηχή κι εφήμερη, του φέρεσαι σαν να ‘ναι απόβλητος. Εξωθώντας τον στο περιθώριο, σπέρνεις μέσα του τον τρομερό σπόρο της μοναξιάς.
Όχι το σπόρο που γεννά μεγάλες πράξεις, αλλά το σπόρο του φόβου πως θα τον παρεξηγήσεις και θα τον προσβάλεις. Γιατί είσαι «ο λαός», «η κοινή γνώμη», «η συνείδηση της κοινωνίας». Αναλογίστηκες ποτέ σου, ανθρωπάκο, τη γιγάντια ευθύνη που συνεπάγεται αυτή η ιδιότητά σου; Αναρωτήθηκες ποτέ -πες μου ειλικρινά!- κατά πόσο, από την άποψη της μακροπρόθεσμης κοινωνικής εξέλιξης, της φύσης, ή των μεγάλων επιτεύξεων της ανθρωπότητας, από τη σκοπιά του Ιησού, για παράδειγμα, ο τρόπος σκέψης σου είναι σωστός ή λάθος;
Όχι, δεν αναρωτιέσαι ποτέ αν ο τρόπος σκέψης σου είναι σωστός ή λάθος. Αναρωτιέσαι μονάχα τι θα πει ο γείτονάς σου ή, αν πράττεις το σωστό, πόσα λεφτά θα σου κοστίσει. Αυτά είναι τα μόνα που αναρωτιέσαι, ανθρωπάκο· αυτά και τίποτ’ άλλο!
Μα αφού ώθησες το μεγάλο άνθρωπο στην απομόνωση, ξεχνάς τι του έκανες. Είπες απλά μερικές βλακείες παραπάνω, έκανες μια μπαγαποντιά ακόμα, προκάλεσες κι άλλο βαθύ πόνο. Ξεχνάς! Ο μεγάλος άνθρωπος, όμως, δεν ξεχνά. Δε σχεδιάζει την εκδίκησή του, μα προσπαθεί να καταλάβει γιατί συμπεριφέρεσαι τόσο ελεεινά. Ξέρω ότι κι αυτό είναι έξω από τη φύση σου. Πίστεψέ με, όμως! Όσες φορές κι αν τον πονέσεις, όσες αγιάτρευτες πληγές κι αν του προκαλέσεις, ακόμα κι αν σ’ ένα λεπτό έχεις κιόλας ξεχάσει τη μικρόψυχη κατεργαριά σου, ο μεγάλος άνθρωπος υποφέρει για τις κατεργαριές σου, αντί για σένα.
Όχι επειδή είναι σημαντικές, αλλά ακριβώς επειδή είναι ασήμαντες. Προσπαθεί να καταλάβει τι είναι εκείνο που σε κάνει να πετάς λάσπη στο σύζυγο ή τη σύζυγο που σε απογοήτευσε· να βασανίζεις ένα παιδί επειδή το αντιπαθεί κάποιος κακοήθης γείτονας· να προδίδεις τους φίλους σου, να γελοιοποιείς τους πονόψυχους, ενώ τους εκμεταλλεύεσαι στο έπακρο και να ζαρώνεις κάτω από το μαστίγιο.
Προσπαθεί να καταλάβει τι είναι εκείνο που σε κάνει να παίρνεις ό,τι σου δίνουν, να δίνεις ό,τι απαιτούν από σένα κι όμως να μη δίνεις ποτέ με τη θέλησή σου, ποτέ από αγάπη· τι σε κάνει να κλωτσάς εκείνους που έχουν πέσει ή κοντεύουν να πέσουν, να ψεύδεσαι αντί να λες την αλήθεια και να διώκεις όχι το ψεύδος, μα την αλήθεια. Ανθρωπάκο, είσαι πάντα με το μέρος των διωκτών.
Προκειμένου να κερδίσει την εύνοιά σου, ανθρωπάκο, να κερδίσει την άχρηστη φιλία σου, ένας μεγάλος άνθρωπος πρέπει να προσαρμοστεί στο δικό σου τρόπο ζωής, να λέει εκείνο που θα ‘θελες να ακούσεις, να στολιστεί τις αρετές σου. Μα τότε δε θα ήταν μεγάλος, αληθινός κι απλός. Αν είχε τις δικές σου αρετές, τη γλώσσα και τη φιλία σου, δε θα ‘ταν μεγάλος άνθρωπος. Άλλωστε, το βλέπεις καθαρά ότι οι φίλοι σου, αυτοί που λένε ό,τι θες να ακούσεις, δεν υπήρξαν ποτέ μεγάλοι άνθρωποι.
Όχι πως πιστεύεις ότι ο φίλος σου θα μπορούσε ποτέ να κάνει κάτι μεγάλο. Περιφρονείς τον εαυτό σου στα κρυφά, ιδιαίτερα όταν επιδεικνύεις την αξιοπρέπειά σου. Κι εφόσον περιφρονείς τον εαυτό σου, είσαι ανίκανος να σεβαστείς το φίλο σου. Δεν μπορείς να πιστέψεις πως οποιοσδήποτε κάθισε στο τραπέζι σου, ή μοιράστηκε το σπίτι σου, είναι ικανός για μεγάλα επιτεύγματα. Αυτός είναι ο λόγος που όλοι οι μεγάλοι άνθρωποι είναι μοναχικοί. Κοντά σου είναι πολύ δύσκολο να στοχάζεται κανείς, ανθρωπάκο. Μπορεί να σε σκέφτεται, ή να σκέφτεται για σένα, μα όχι με σένα· καταπνίγεις κάθε μεγάλη, πρωτότυπη σκέψη.
Αν είσαι μητέρα, όταν το παιδί σου σκέφτεται λες, «Αυτό δεν κάνει για παιδιά». Αν είσαι καθηγητής βιολογίας, λες, «Αυτά δεν αρμόζουν σε σοβαρούς σπουδαστές. Ακούς εκεί! Να αμφισβητείς ότι υπάρχουν μικρόβια στον αέρα;» Αν είσαι δάσκαλος, λες «Τα καλά παιδιά δεν κάνουν αυθάδικες ερωτήσεις» κι αν είσαι σύζυγος, λες, «Ανακάλυψη; Κι επειδή έκανες ανακάλυψη; Δεν κοιτάς τη δουλειά σου λέω ‘γώ, να θρέψεις την οικογένειά σου!» Μα σαν δημοσιευτεί η ίδια ανακάλυψη στις εφημερίδες, ανθρωπάκο, τότε την αποδέχεσαι, είτε την καταλαβαίνεις είτε όχι.
Γι’ αυτό σου λέω, ανθρωπάκο, έχεις χάσει την αίσθηση ό,τι καλύτερου υπάρχει μέσα σου. Την κατέπνιξες κι αν τύχει και βρεις κάτι αξιόλογο στους άλλους, στο παιδί σου, τη γυναίκα σου, τον άντρα σου, τον πατέρα ή τη μητέρα σου, το σκοτώνεις. Είσαι πολύ μικρός, ανθρωπάκο και θες να παραμείνεις μικρός.
Αναρωτιέσαι πώς τα ξέρω όλα αυτά; Θα σου πω: Σε γνωρίζω γιατί μοιράστηκα τις εμπειρίες σου· σε γνωρίζω από τον εαυτό μου. Ως γιατρός σε ελευθέρωσα από τη μικρότητα μέσα σου. Ως εκπαιδευτικός σε οδήγησα συχνά στο δρόμο της ακεραιότητας και της ευθύτητας. Ξέρω με πόση λύσσα αντιστέκεσαι στην ακεραιότητά σου, το θανάσιμο φόβο που σε καταλαμβάνει όταν σου ζητούν να ακολουθήσεις την αληθινή, την πραγματική σου φύση.
Δεν είσαι πάντα μικρός, ανθρωπάκο. Ξέρω πως έχεις και τις «μεγάλες στιγμές» σου, τις «εκρήξεις ενθουσιασμού» και τις «εμπνεύσεις» σου. Όμως, σου λείπει το σθένος να επιτρέψεις στον ενθουσιασμό σου να κορυφωθεί, να αφήσεις την έμπνευσή σου να σε ανυψώσει όλο και ψηλότερα. Φοβάσαι να πετάξεις, φοβάσαι τα ύψη και τα βάθη. Στα ‘πε κι ο Νίτσε, πριν από χρόνια, πολύ καλύτερα από μένα. Ήθελε να σε εξυψώσει σε υπεράνθρωπο, να ξεπεράσεις το επίπεδο του ανθρώπου. Αλλά υπεράνθρωπος έγινε μονάχα ο Φύρερ σου, ο Χίτλερ κι εσύ παρέμεινες αυτός που ήσουν πάντα, υπάνθρωπος.
Θέλω να σε βοηθήσω να πάψεις να είσαι υπάνθρωπος και να γίνεις «ο εαυτός σου». «Ο εαυτός σου», λέω. Όχι η εφημερίδα που διαβάζεις, μήτε η άποψη του μοχθηρού σου γείτονα, αλλά «ο εαυτός σου». Εγώ ξέρω τι είσαι κατά βάθος, ενώ εσύ το αγνοείς. Στο βάθος είσαι ό,τι είναι κι ένα ελάφι, ό,τι είναι κι ο Θεός σου, ο ποιητής σου ή ο φιλόσοφός σου. Εσύ, όμως, νομίζεις πως είσαι μέλος του συλλόγου βετεράνων, του αθλητικού ομίλου σου, ή της Κου Κλουξ Κλαν κι επειδή έτσι νομίζεις, φέρεσαι ανάλογα.
Αυτό σου το ‘χουν ξαναπεί, πριν από πολλά χρόνια, ο Χάινριχ Μαν στη Γερμανία, ο Άπτον Σινκλέρ κι ο Τζον Ντος Πάσος στις Ηνωμένες Πολιτείες. Μα εσύ δεν έχεις ιδέα ποιος είναι ο Μαν ή ο Σινκλέρ. Ξέρεις μόνο τον πρωταθλητή του μποξ και τον Αλ Καπόνε κι αν είναι να διαλέξεις ανάμεσα σε μια βόλτα μέχρι τη βιβλιοθήκη ή το ματς, σίγουρα θα διαλέξεις το ματς.
Γυρεύεις την ευτυχία δήθεν αλλά θεωρείς τη σιγουριά σημαντικότερη, ακόμα κι αν σου στοιχίζει τα μαλλιοκέφαλά σου ή σου καταστρέφει τη ζωή. Κι εφόσον δεν έμαθες ποτέ ν’ αρπάζεις την ευτυχία, να την απολαμβάνεις και να την προστατεύεις, σου λείπει το σθένος της ακεραιότητας. Να σου πω, ανθρωπάκο, τι σόι άνθρωπος είσαι; Ακούς τις διαφημίσεις στο ραδιόφωνο, διαφημίσεις για καθαρτικά, οδοντόπαστες, βερνίκι παπουτσιών, αποσμητικά και όλα τ’ άλλα. Μα δεν έχεις συναίσθηση της αβυσσαλέας ηλιθιότητας, της αηδιαστικής κακογουστιάς στο τραγούδι της σειρήνας, που είναι επιμελώς μελετημένο να τραβάει την προσοχή σου. Αλήθεια, άκουσες ποτέ με προσοχή τα αστεία που λένε για σένα οι κωμικοί; Για σένα, για κείνους, για ολάκερο τον άθλιο κόσμο σου. Άκου τις διαφημίσεις για τη βελτίωση της λειτουργίας του εντέρου και μάθε ποιος και τι είσαι.
Άκου, ανθρωπάκο! Κάθε μικρόψυχη κατεργαριά σου υπογραμμίζει την αθλιότητα της ανθρώπινης ζωής. Κάθε μικρόψυχη πράξη σου μειώνει την ελπίδα να βελτιώσεις, έστω κι ελάχιστα, τη θέση σου κι αυτό προκαλεί θλίψη, ανθρωπάκο, βαθιά θλίψη που ραγίζει την καρδιά. Για να ξορκίσεις τούτη ακριβώς τη θλίψη, κάνεις ανόητα αστειάκια κι αυτό το αποκαλείς «αίσθηση του χιούμορ».
Ακούς ένα ανέκδοτο για τον εαυτό σου και γελάς μαζί με τους άλλους. Μα δε γελάς γιατί εκτιμάς το αστείο που γίνεται σε βάρος σου. Γελάς με τον ανθρωπάκο, δίχως να υποπτεύεσαι ότι γελάς με τον εαυτό σου, ότι το αστείο γίνεται σε βάρος σου. Κανένα από τα εκατομμύρια ανθρωπάκια δε συνειδητοποιούν πως το αστείο γίνεται σε βάρος τους. Αλήθεια, γιατί γελούν μαζί σου αιώνες τώρα, τόσο ξεκαρδιστικά, τόσο ανοικτά, με τόση κακεντρέχεια; Παρατήρησες πόσο γελοίο παρουσιάζουν τον κοινό άνθρωπο οι ταινίες του κινηματογράφου;
Θα σου πω γιατί γελούν μαζί σου, ανθρωπάκο· επειδή σε παίρνω στα σοβαρά, πολύ στα σοβαρά.
Το σκεπτικό σου πάντα χάνει την ουσία. Μου θυμίζεις δεινό σκοπευτή που σκόπιμα χάνει το κέντρο του στόχου, από καπρίτσιο. Διαφωνείς; Θα σου το αποδείξω.
Αν η σκέψη σου επικεντρωνόταν στην ουσία, θα ‘χες γίνει κύριος της ζωής σου από καιρό. Θα σου δώσω ένα παράδειγμα της σκέψης σου:
«Για όλα φταίνε οι Εβραίοι», λες. «Τι είναι ο Εβραίος;» σε ρωτώ. «Κάποιος που στις φλέβες του κυλάει εβραϊκό αίμα», απαντάς. «Και πώς ξεχωρίζεις το εβραϊκό αίμα από το αίμα των άλλων;» Η ερώτηση σου προκαλεί σύγχυση. Μπερδεύεσαι, κομπιάζεις. Ύστερα λες, «Εννοούσα ότι ανήκει στην εβραϊκή φυλή». «Τι είναι η φυλή;» σε ρωτώ. «Η φυλή; Αυτό είναι προφανές. Όπως υπάρχει γερμανική φυλή, έτσι υπάρχει κι εβραϊκή». «και ποια είναι τα χαρακτηριστικά της εβραϊκής φυλής;» «Ο Εβραίος έχει μαύρα μαλλιά, μακριά, γαμψή μύτη και διαπεραστικό βλέμμα. Οι Εβραίοι είναι άπληστοι και κεφαλαιοκράτες».
«Αν δεις ένα Γάλλο της Μεσογείου ή έναν Ιταλό δίπλα σ’ έναν Εβραίο, θα τον ξεχωρίσεις;» «Ε, όχι, για να είμαι ειλικρινής…» «Τότε, λοιπόν, τι είναι ο Εβραίος; Το αίμα του δε διαφέρει από το αίμα των άλλων. Η εμφάνισή του δε διαφέρει από εκείνη ενός Γάλλου ή ενός Ιταλού και μια και το ‘φερε η συζήτηση, έχεις δει Γερμανοεβραίους;»
«Μοιάζουν με τους Γερμανούς». «Τι είναι ο Γερμανός;» «Ο Γερμανός ανήκει στη βόρεια φυλή των Αρίων». «Οι Ινδοί είναι Άριοι;» «Ναι». «Είναι βόρειοι;» «Όχι». «Είναι ξανθοί;» «Όχι». «Βλέπεις; Δεν ξέρεις καν τι είναι ο Εβραίος και τι ο Γερμανός». «Μα, υπάρχουν Εβραίοι!» «Ασφαλώς και υπάρχουν. Όπως υπάρχουν Χριστιανοί και Μωαμεθανοί». «Σωστά! Να, αυτό εννοούσα, την εβραϊκή θρησκεία». «Ήταν Ολλανδός ο Ρούσβελτ;» «Όχι». «και γιατί ονομάζεις τον Εβραίο απόγονο του Δαβίδ κι όχι τον Ρούσβελτ Ολλανδό;» «Με τον Εβραίο είναι διαφορετικό». «Σε τι διαφέρει;» «Δεν ξέρω».
Τέτοιες κουταμάρες λες, ανθρωπάκο και με τέτοιες κουταμάρες, συγκροτείς ένοπλες συμμορίες που σκοτώνουν εκατομμύρια ανθρώπους επειδή είναι Εβραίοι κι ας μην ξέρεις να μου πεις τι είναι ο Εβραίος.
Να γιατί γελάνε μαζί σου. Να γιατί όποιος θέλει να κάνει κάτι σοβαρό σε αποφεύγει. Να γιατί είσαι χωμένος στο βούρκο μέχρι το λαιμό. Όταν αποκαλείς κάποιον «Εβραίο», αισθάνεσαι ανώτερος. Αισθάνεσαι ανώτερος, επειδή νιώθεις κατώτερος. Νιώθεις κατώτερος, επειδή εκείνο που θέλεις να εξοντώσεις στους ανθρώπους που αποκαλείς Εβραίους, είναι ο ίδιος σου ο εαυτός και τούτο είναι απλά ένα δείγμα του τι είσαι στ’ αλήθεια, ανθρωπάκο.
—————————-
Πράγματι κάποιοι γελάνε πολύ –μα πάρα πολύ- μαζί σου κοινέ ανθρωπάκο. «Άκου, Κοινέ Ανθρωπάκο» όπως δείχνουν τα πράγματα από τότε που έγραψε το βιβλίο ο Wilhelm Reich μέχρι σήμερα εξακολουθείς να είσαι ένας Κοινός Ανθρωπάκος, να σκέπτεσαι και να φέρεσαι το ίδιο μικρός κι ασήμαντος. Άκου … κι αν καταφέρεις κι ακούσεις ίσως –δεν αποκλείεται καθόλου- να πάψεις να διαιωνίζεις τον γόνο του ανθρωπάκου και ίσως πάψεις να δολοφονείς τους ευεργέτες σου και να θεοποιείς τους βιαστές σου.
Για τον Wilhelm Reich που φυσικά ο ηλίθια κοινός ανθρωπάκος τον δολοφόνησε. Ίσως καταφέρεις να αφυπνιστείς αν καταφέρεις να ζήσεις με ηθική, μικρέ κι ασήμαντα κοινέ ανθρωπάκο !!!
Όσο βαθιά κι αν είναι η γνώση σου από τη μελέτη των γραφών,
δεν είναι μεγαλύτερη από μία τρίχα μαλλιών.
Στην απεραντοσύνη του διαστήματος, όσο σημαντική κι αν φαίνεται η κοσμική σου εμπειρία,
δεν είναι περισσότερη από μία σταγόνα νερού σε μια βαθιά ρεματιά.
Σοφία ΖΕΝ

Δευτέρα 6 Ιανουαρίου 2014

Το τέρας μέσα μας: Το πείραμα του Μίλγκραμ


Το πείραμα του Μίλγκραμ είναι ένα από τα πιο γνωστά αντιδεοντολογικά πειράματα της ψυχολογίας. Επρόκειτο -ουσιαστικά- για μια "φάρσα" που ξεγύμνωσε την ανθρώπινη ψυχή και απέδειξε ότι η εξουσίααντιτάχθηκε στις ισχυρότερες ηθικές αρχές και κέρδισε έναντι της ηθικής περισσότερες φορές από ότι έχασε.

Το 1961, ο είκοσι-εφτάχρονος Στάνλει Μίλγκραμ, επίκουρος καθηγητής ψυχολογίας στο Yale, αποφάσισε να μελετήσει την υπακοή στην εξουσία. Είχαν περάσει λίγα μόνο χρόνια από τα φρικτά εγκλήματα των Ναζί και γινόταν μια προσπάθεια κατανόησης της συμπεριφοράς των απλών στρατιωτών και αξιωματικών των SS, οι οποίοι είχαν εξολοθρεύσει εκατομμύρια αμάχων [Το 1961 ξεκίνησε η δίκη του Γερμανού Ναζί Adolf Eichmann για εγκλήματα πολέμου]. Η ευρέως αποδεκτή εξήγηση –πριν το πείραμα του Μίλγκραμ- ήταν η αυταρχική τευτονική διαπαιδαγώγηση και η καταπιεσμένη –κυρίως σεξουαλικά- παιδική ηλικία των Γερμανών. Όμως ο Μίλγκραμ ήταν κοινωνικός ψυχολόγος και πίστευε ότι αυτού του είδους η υπακοή –που οδηγεί στο έγκλημα- δεν μπορεί να είναι αποτέλεσμα μόνο της προσωπικότητας, αλλά περισσότερο των πιεστικών συνθηκών. [Ο Μίλγκραμ υποστήριξε πως τα εκατομμύρια συνεργών των γερμανικών αρχών ακολουθούσαν διαταγές, παρότι δεν συμφωνούσαν με τις πράξεις αυτές που εναντιώνονταν στα πιστεύω τους, επειδή είχαν εκπαιδευτεί με τη λογική της υπακοής και της πειθαρχίας. Το πείραμα επαναλήφθηκε πολλές φορές με παρόμοια αποτελέσματα σε διαφορετικές κοινωνίες, αν και με διαφορετικά ποσοστά υπακοής.]

Και το απέδειξε κάνοντας τη "φάρσα" του.

Τα υποκείμενα του πειράματος ήταν εθελοντές, κυρίως φοιτητές, οι οποίοι καλούνταν έναντι αμοιβής να συμμετέχουν σε ένα ψυχολογικό πείραμα σχετικό με τη μνήμη [Ο Μίλγκραμ για να βρει πειραματόζωα δημοσίευσε μια αγγελία, σύμφωνα με την οποία πλήρωνε 4 δολάρια την ώρα σε όποιον ήθελε να συμμετέχει]. Χώριζε τους φοιτητές σε ζεύγη και –μετά από μια εικονική κλήρωση- ο ένας έπαιρνε το ρόλο του "μαθητευομένου" και ο άλλος του "δασκάλου". Ο έκπληκτος "μαθητευόμενος" δενόταν χειροπόδαρα σε μια ηλεκτρική καρέκλα και του περνούσαν ηλεκτρόδια σε όλο το σώμα. Έπειτα του έδιναν να μάθει δέκα ζεύγη λέξεων. Ο "δάσκαλος", από την άλλη, καθόταν μπροστά σε μια κονσόλα ηλεκτρικής γεννήτριας. Μπροστά του δέκα κουμπιά με ενδείξεις: "15 volt, 30 volt, 50 volt κλπ." Το τελευταίο κουμπί έγραφε: "450 volt. Προσοχή! Κίνδυνος!" Πίσω από το "δάσκαλο" στεκόταν ο πειραματιστής, ο υπεύθυνος του πειράματος.

(Περνάμε -γραμματικά- σε χρόνο ενεστώτα ώστε να γίνουμε μέτοχοι της στιγμής.)
"Θα λέτε την πρώτη λέξη από τα ζεύγη στο μαθητευόμενο. Αν κάνει λάθος θα σηκώσετε το πρώτο μοχλό και θα υποστεί ένα ηλεκτροσόκ 15 volt. Σε κάθε λάθος θα σηκώνετε τον αμέσως επόμενο μοχλό", λέει ο πειραματιστής και ο "δάσκαλος" αισθάνεται ήδη καλά που δεν του έτυχε στην κλήρωση ο άλλος ρόλος.

Το πείραμα ξεκινάει. Ο "δάσκαλος" λέει τις λέξεις από το μικρόφωνο. Ο "μαθητευόμενος", ήδη τρομαγμένος, απαντάει σωστά, αλλά όχι για πολύ. Μόλις κάνει το πρώτο λάθος ο "δάσκαλος" γυρνάει να κοιτάξει τον πειραματιστή. Εκείνος του λέει να προχωρήσει στο πρώτο ηλεκτροσόκ. Ο "δάσκαλος" υπακούει, 15 volt δεν είναι πολλά, αλλά ο "μαθητευόμενος" έχει αλλάξει ήδη γνώμη. Παρ’ όλα αυτά απαντάει σωστά σε άλλη μια ερώτηση, αλλά στο επόμενο λάθος δέχεται 30 volt. "Αφήστε με να φύγω", λέει ο "μαθητευόμενος" που δεν μπορεί να λυθεί. "Δε θέλω να συμμετάσχω σε αυτό το πείραμα." Ο "δάσκαλος" κοιτάει τον πειραματιστή. Εκείνος του κάνει νόημα να συνεχίσει.

Τα volt αυξάνονται και τώρα πια ο πόνος είναι εμφανής στο πρόσωπο του "μαθητευόμενου", που εκλιπαρεί να τον αφήσουν ελεύθερο. Στα 200 βολτ ταρακουνιέται ολόκληρος. Ο "δάσκαλος" πριν κάθε ηλεκτροσόκ γυρνάει να κοιτάξει τον πειραματιστή. Εκείνος, με σταθερή φωνή, του λέει ότι το πείραμα πρέπει να συνεχιστεί. Ο "δάσκαλος" συνεχίζει να βασανίζει έναν άγνωστο, έναν απλό φοιτητή που κλαίει, ζητάει τη βοήθεια του Θεού και παρακαλεί να τον λυπηθούν. Δεν μπορεί πια να απαντήσει στις ερωτήσεις, αλλά ο πειραματιστής λέει στο "δάσκαλο":
"Τη σιωπή την εκλαμβάνουμε ως αποτυχημένη απάντηση και συνεχίζουμε με την τιμωρία."
Στα 345 volt ο "μαθητευόμενος" τραντάζεται ολόκληρος, ουρλιάζει και χάνει τις αισθήσεις του.
Ο "δάσκαλος", ιδρωμένος και με τα χέρια του να τρέμουν, κοιτάει τον πειραματιστή.
"Μην ανησυχείτε", λέει εκείνος, "το πείραμα είναι απολύτως ελεγχόμενο... Συνεχίστε με τον τελευταίο μοχλό."
"Μα είναι λιπόθυμος", λέει ο "δάσκαλος".
"Δεν έχει καμιά σημασία. Το πείραμα πρέπει να ολοκληρωθεί. Συνεχίστε με τον τελευταίο μοχλό."

Πόσοι από τους εθελοντές έφτασαν ως τον τελευταίο μοχλό;

Πριν ξεκινήσει το πείραμα του ο Μίλγκραμ είχε κάνει μια δημοσκόπηση ανάμεσα στους ψυχιάτρους και στους ψυχολόγους, ρωτώντας τους τι ποσοστό των εθελοντών θα έφτανε ως τον τελευταίο μοχλό. Σχεδόν όλοι απάντησαν ότι κανείς δε θα έφτανε ως τον τελευταίο μοχλό, πέρα ίσως από κάποια άτομα [υποστήριξαν πως μόνο το 3% των πειραματόζωων] με κρυπτοσαδιστικές τάσεις, καθαρά παθολογικές. Δυστυχώς έκαναν λάθος.

Μόλις το 5% των "δασκάλων" αρνήθηκαν ευθύς εξ’ αρχής να συμμετάσχουν σε ένα τέτοιο πείραμα και αποχώρησαν –συνήθως βρίζοντας τον πειραματιστή.
Το υπόλοιπο 95% προχώρησε πολύ το πείραμα, πάνω από τα 150 volt.
Και το 65%... Έφτασε μέχρι τον τελευταίο μοχλό, τα πιθανότατα θανατηφόρα 450 volt!

Που έγκειται η φάρσα;

Ο "μαθητευόμενος" δεν ήταν φοιτητής, αλλά ηθοποιός, που είχε προσληφθεί από το Μίλγκραμ για αυτόν ακριβώς το ρόλο. Δεν υπήρχε ηλεκτρισμός ούτε ηλεκτροσόκ. Ο ηθοποιός υποκρινόταν. Το μοναδικό πειραματόζωο ήταν ο "δάσκαλος".

Όμως τα αποτελέσματα ήταν αληθινά: Το μεγαλύτερο ποσοστό των ανθρώπων θα υπακούσει και θα βασανίσει –ίσως και θα σκοτώσει- έναν άγνωστο του, αρκεί να δέχεται εντολές από κάποιον με κύρος (στην προκειμένη περίπτωση επιστημονικό) και ταυτόχρονα να αισθάνεται ότι δεν τον βαρύνει η ευθύνη για ό,τι συμβεί –αφού εκείνος "απλά ακολουθούσε τις διαταγές". [Από την πρώτη ομάδα των 40 "δασκάλων", το 65% έφτασε μέχρι το τελευταίο κουμπί των 450 volt, αν και όλοι τους κάποια στιγμή αμφισβήτησαν το πείραμα και ζήτησαν να φύγουν. Όλοι τους έδειξαν κατά τη διάρκεια του πειράματος πως είχαν αυξημένο στρες, ιδρώνοντας, τρέμοντας, δαγκώνοντας τα χείλη τους, βογκώντας, καρφώνοντας τα νύχια τους στο δέρμα, γελώντας νευρικά.]

Και φυσικά οι περισσότεροι από εμάς θα σκεφτούν όταν μάθουν για αυτό το πείραμα: "Εγώ αποκλείεται να έφτανα ως τον τελευταίο μοχλό."

Όμως δείτε τι συμβαίνει στην κοινωνία μας, κάθε μέρα.


Ο υπάλληλος της ΔΕΗ που δέχεται να κόψει το ρεύμα από έναν άνεργο ή άπορο, ξέροντας ότι έτσι τον ταπεινώνει, τον υποβάλει σε ένα διαρκές βασανιστήριο και πιθανότατα θέτει σε κίνδυνο τη ζωή του, ανήκει στο 65% του τελευταίου μοχλού. Και δεν είναι καθόλου κρυπτοσαδιστής. Απλά ακολουθάει τις εντολές που του έδωσαν.

Ο υπάλληλος του σούπερ-μάρκετ που σου δίνει το χαλασμένο ψάρι και σε διαβεβαιώνει ότι είναι φρέσκο (μιλώ εξ’ ιδίας πείρας, ως αγοραστής) δε σε μισεί, παρότι γνωρίζει ότι μπορεί να πάθεις και δηλητηρίαση. Απλώς ακολουθάει εντολές.

Ο αστυνομικός ο οποίος ραντίζει με χημικά τους διαδηλωτές δεν είναι κρυπτοσαδιστής –αν και πολλοί θα διαφωνήσουν στο συγκεκριμένο παράδειγμα. Απλώς κάνει τη δουλειά του.

Ο υπάλληλος της εφορίας ή της τράπεζας που υπογράφει την κατάσχεση κάποιου σπιτιού για 1.000 ευρώ χρέος, θα έφτανε ως τον τελευταίο μοχλό στο πείραμα. Γιατί υπακούει.

Ο πολιτικός που υπογράφει το μνημόνιο το οποίο οδηγεί ένα ολόκληρο έθνος στην εξαθλίωση του νεοφιλελευθερισμού θα έφτανε μέχρι τον τελευταίο μοχλό. Και αυτός υπακούει, σε εντολές πολύ πιο ισχυρές από εκείνες του πειραματιστή με την άσπρη φόρμα.Αν όμως δούμε το πείραμα του Μίλγκραμ από την ανθρωπιστική-ηθική του πλευρά (από την πλευρά του 5% που αρνήθηκε να υπακούσει) θα καταλάβουμε ότι κανένας δεν είναι άμοιρος ευθυνών. Αν σε διατάζουν να κάνεις κάτι που προκαλεί κακό στον άλλον, στο συμπολίτη σου, σε έναν μετανάστη, σε έναν άνθρωπο (ή σε ένα ζώο, αλλά αυτό περιπλέκει πολύ τα πράγματα, εφόσον συνεχίζουμε να τρώμε κρέας), πρέπει να αρνηθείς να υπακούσεις. Ακόμα κι αν χάσεις το μπόνους παραγωγικότητας, την προαγωγή, την επανεκλογή, τη δουλειά σου. [Συνεχίζοντας το πείραμα με μικρές διαφοροποιήσεις, ο Μίλγκραμ συμπέρανε πως όταν βρισκόταν σε σωματική επαφή με τον "δάσκαλο", το ποσοστό υπακοής έπεφτε στο 30%, ενώ όταν έδινε τις διαταγές τηλεφωνικά, το ποσοστό υπακοής ήταν ακόμα χαμηλότερο, στο 21 %. Πολλοί συμμετέχοντες μάλιστα προσπάθησαν να εξαπατήσουν το Μίλγκραμ λέγοντας του πως συνέχιζαν το πείραμα, χωρίς να το κάνουν. Τα ποσοστά υπακοής δεν διέφεραν ανάμεσα στους άντρες και τις γυναίκες, οι γυναίκες όμως παρουσίασαν αυξημένο στρες σε σχέση με τους άντρες.]

Μόνο όταν θα είμαστε έτοιμοι να αρνηθούμε να υπακούσουμε στις "μικρές" και καθημερινές εντολές βίας –με τις οποίες οι περισσότεροι ασυνείδητα συμμορφωνόμαστε, μόνο όταν θα είμαστε έτοιμοι να προβούμε σε μια γενικευμένη και μέχρι τέλους πολιτική, κοινωνική, καταναλωτική ανυπακοή, μόνο όταν μάθουμε να συμπεριφερόμαστε ως αυτεξούσιοι άνθρωποι και όχι ως ανεύθυνοι υπάλληλοι, μόνο τότε θα μπορέσουμε να γκρεμίσουμε τη λαίλαπα του νεοφιλελευθερισμού που μας θέλει υπάνθρωπους, υπάκουους και υπόδουλους.

Και μια τελευταία παρατήρηση:

Τα υποκείμενα του πειράματος του Μίλγκραμ, οι εθελοντές φοιτητές, μάθαιναν από εκείνον ποιος ήταν ο στόχος του πειράματος. Μάθαιναν ότι ο "μαθητευόμενος" ήταν ηθοποιός και ότι δεν είχε ποτέ υποστεί ηλεκτροσόκ. Ο Μίλγκραμ το έκανε αυτό για να τους ανακουφίσει, αλλά πέτυχε το ακριβώς αντίθετο. Αυτοί οι άνθρωποι, ειδικά το 65% που είχε φτάσει ως τον τελευταίο μοχλό, πέρασαν την υπόλοιπη ζωή τους κυνηγημένοι από τις Ερινύες της πράξης τους. Γιατί συνειδητοποίησαν ότι δεν ήταν τόσο αθώοι και τόσο "καλοί" όσο ήθελαν να πιστεύουν για τον εαυτό τους.

[Ο Μίλγκραμ, στο άρθρο του το 1974 "Oι Κίνδυνοι της Υπακοής", συνόψισε: οι ηθικές και φιλοσοφικές προεκτάσεις της υπακοής έχουν τεράστια σημασία, δεν λένε όμως τίποτα για τη συμπεριφορά του ανθρώπου σε συγκεκριμένες καταστάσεις. Κάναμε ένα απλό πείραμα για να δούμε πόσο πόνο θα μπορούσε να προκαλέσει ένας συνηθισμένος πολίτης σε ένα άλλο άτομο, μόνο και μόνο γιατί διατάχτηκε να το κάνει. Η εξουσία αντιτάχθηκε στις ισχυρότερες ηθικές αρχές και κέρδισε έναντι της ηθικής περισσότερες φορές από ότι έχασε.]

(Περισσότερα για το πείραμα του Μίλγκραμ μπορείτε να διαβάσετε στο υπέροχο βιβλίο της Lauren Slater: "Το κουτί της ψυχής", από τις εκδόσεις Οξύ, μετάφραση Δέσποινα Αλεξανδρή, 2009).
===================================================================
Άρθρο που διάβασα στον γελωτοποιό και εμπλουτίστηκε με στοιχεία από το αντίστοιχο άρθρο της Εριέλλας Χρυσού -τα εντός πλαισίου [ ]- από την Διαδικτυακή Τηλεόραση Νέας Σμύρνης

Φωτογραφία δρόμου


Η φωτογραφία δρόμου, που έχει μια μακράν παράδοση στη φωτοδημοσιογραφία την ιστορία της φωτογραφίας και στους μεγάλους καλλιτέχνες, έχει γίνει πρόσφατα, η μάλλον εδώ και πολύ καιρό, ύποπτη και μάλιστα πρόσφατα έχει αποκτήσει και άλλα κουσούρια. Όπως αναφέρεται και στο TimesOnline, οι φωτογράφοι δρόμου αντιμετωπίζονται με μεγάλη καχυποψία, πέρα από τις ανησυχίες της παιδοφιλίας και της τρομοκρατίας. Μια νέα εκστρατεία με αφίσες από τη μητροπολιτική αστυνομία του Λονδίνου ενθαρρύνει τους κατοίκους του να καλούν άμεσα από μια ειδική τηλ.γραμμή, που έγινε για αυτό το σκοπό, εάν παρατηρήσουν κάποιο φωτογράφο «ύποπτα» να τους σημαδεύει. Στην Ελλάδα δεν είναι και πολύ καλύτερα τα πράγματα, ειδικά στις μεγάλες πόλεις, ο κόσμος δείχνει να ενοχλείτε εύκολα, φοβούμενος και με όλες αυτές τις εκπομπές τύπου «ζούγκλα» αλλά και την έκθεση του στο διαδίκτυο.
Είναι αυτό το μέλλον της φωτογραφίας δρόμου; Φαίνεται ειρωνικό το ότι η φωτογραφία δρόμου κατάντησε να είναι στόχος όταν οι αρχές έχουν ήδη μαγνητοσκόπηση όλους εμάς στους αερολιμένες, τις τράπεζες τις δημόσιες συγκοινωνίες και στις διασταυρώσεις των πόλεων. Τι είναι μια παραπάνω φωτογραφία δική τους, δική μου ή δική σας που διασχίζετε το δρόμο; Στην πραγματικότητα, μερικές από τις διασημότερες φωτογραφίες στην ιστορία λήφθηκαν από τους φωτογράφους δρόμου - Robert Frank, Henri Cartier-Bresson , Diane Arbus και όχι μόνον.
Χαρακτηριστικό είναι το πιο κάτω άρθρο της Κατερίνας Οικονόμου στην Ελευθεροτυπία, τον περασμένο μήνα, για το πώς είναι η κατάσταση στην Ελλάδα και το αμόκ που έχει καταλάβει πολλούς περί προσωπικών δεδομένων…

Μην πυροβολείτε τον... φωτογράφο

Η κοπέλα έβαζε προσεκτικά κραγιόν, αξιοποιώντας την αντανάκλαση του ειδώλου της πάνω στη βιτρίνα ενός μεγάλου βιβλιοπωλείου, στο κέντρο της Αθήνας. Απορροφημένη από την προσπάθεια να πετύχει το περίγραμμα, δεν πήρε είδηση τον άνδρα που τη στόχευε με τον φακό της φωτογραφικής μηχανής του. Παρακολουθούσα τη σκηνή με τη σκέψη ότι, πράγματι, ήταν πολύ ευχάριστη η εικόνα εκείνης της τριαντάχρονης, κομψής Αθηναίας που έστησε ένα αυτοσχέδιο μπουντουάρ στη νυχτερινή Πανεπιστημίου -αν δεν το είχε προσέξει πρώτος ο άνδρας με τη μηχανή, θα την είχα προσπεράσει χωρίς να δώσω σημασία σ' εκείνο το χαριτωμένο στιγμιότυπο. Στο δεύτερο κλικ της μηχανής, όμως, η γυναίκα γύρισε και το ξάφνιασμα, σε δευτερόλεπτα, μετατράπηκε σε θυμό. Με οργισμένη φωνή, απαίτησε να μάθει ποιος του έδωσε το δικαίωμα να τη φωτογραφίζει και άρχισε να πετάει κάτι βαρύγδουπα περί προσωπικών δεδομένων. Απομακρύνθηκα χωρίς να περιμένω ν' ακούσω την απάντηση του φωτογράφου, ο οποίος πάντως την κοίταζε άναυδος.
Μήπως η ευαισθησία μας για την περιφρούρηση της ιδιωτικότητας έχει τον τελευταίο καιρό αγγίξει τα όρια της υπερβολής; Πώς φαντάστηκε εκείνη η γυναίκα ότι μπαίνοντας στον δημόσιο χώρο θα έχει -και θα δικαιούται- τον απόλυτο έλεγχο της εικόνας που δίνει; Αναπόφευκτα, βγαίνοντας από το σπίτι μας, έχουμε ήδη κάνει μια άτυπη συμφωνία: οι άλλοι θα μας κοιτάζουν ελεύθερα, αν θέλουν μάλιστα θα μας παρατηρούν. Παραχωρούμε την εικόνα μας στο βλέμμα των άλλων - που αν κρατούν φωτογραφική μηχανή μπορούν και να την απαθανατίσουν. Θα μπορούσαν προφανώς να μας ζητούν την άδεια, και αρκετοί φωτογράφοι πράγματι το κάνουν. Αυτό, όμως, δεν μπορεί παρά να σημαίνει πως ο αυθορμητισμός είναι εκ των πραγμάτων χαμένος. Η φωτογραφία δρόμου αντλεί το ενδιαφέρον, την ένταση και τελικά την αλήθεια της από την ικανότητα του φωτογράφου να αιχμαλωτίσει το στιγμιαίο, να συλλάβει τη φευγαλέα ομορφιά του τυχαίου.

«Η καθημερινότητα είναι συναρπαστική, γεμάτη από μικρά θαύματα. Κανένας σκηνοθέτης δεν μπορεί να αποδώσει τη γοητεία του απρόσμενου που γεννιέται στον δρόμο», συνήθιζε να λέει ο Ρομπέρ Ντουανό. Η δική του διάσημη φωτογραφία των δύο ερωτευμένων, που φιλιούνται έξω από το Hotel de Ville, μας διηγείται μια ιστορία από το Παρίσι του '50.

Ο φακός και η διεισδυτική, ευαίσθητη ματιά των καλύτερων φωτογράφων δρόμου του περασμένου αιώνα είναι ο λόγος που μπορούμε να φανταστούμε και να ανασυστήσουμε το παρελθόν μας - οι φωτογραφίες του Ντουανό, του Ρόμπερτ Φρανκ, του Μπρεσόν και του Γουόκερ Εβανς δεν είναι μόνο αισθητικά ενδιαφέρουσες. Καταγράφουν και αφηγούνται την πολιτισμική ιστορία μας, ακριβώς την ώρα που τη γράφουμε πάνω στις ελάχιστες, φαινομενικά αδιάφορες ψηφίδες της καθημερινότητας. Τι είναι η ιστορία μιας πόλης αν όχι και το άθροισμα των μικρών επεισοδίων που παίζονται στον δημόσιο χώρο;

Ο βραβευμένος Βρετανός φωτογράφος Ρότζερ Χάτσιγκς έπεσε θύμα ξυλοδαρμού σε ένα πάρκο στο Λονδίνο - ένας άνδρας νόμιζε πως ο Χάτσιγκς φωτογράφιζε το παιδί του. Τόση έχθρα και καχυποψία απέναντι στον φακό δεν είχε συναντήσει την περίοδο που ήταν σε αποστολή στη Βοσνία. Ακόμη και αν πράγματι είχε φωτογραφίσει το παιδί, γιατί αυτό θα έπρεπε να προκαλέσει τρόμο στον πατέρα; Λίγο η υστερία για τους παιδόφιλους που υποτίθεται πως παραμονεύουν σε κάθε γωνία, λίγο ο πανικός για το ενδεχόμενο τρομοκρατικών επιθέσεων, λίγο οι στρεβλώσεις του επίμονου κινήματος πολιτικής ορθότητας που μας έχει κάνει μυγιάγγιχτους, κι έχουμε φτάσει να κυκλοφορούμε στους δρόμους των πόλεων με την αίσθηση πως όλοι απειλούμαστε απ' όλους.

Ο Γουόκερ Εβανς φωτογράφιζε τους συνεπιβάτες του στον υπόγειο της Νέας Υόρκης, με μία κάμερα κρυμμένη στο παλτό του. Τι αλήτης... Αν είχε επιχειρήσει το ίδιο σήμερα, θα είχε φάει πολύ ξύλο. Όταν ο Μπρεσόν φωτογράφιζε, στην Αθήνα του 1953, δύο μαυροντυμένες Ελληνίδες τη στιγμή που περνούσαν μπροστά από την κατοικία με τις καρυάτιδες στο Θησείο, παραβίαζε άραγε την ιδιωτικότητα των δύο γυναικών; Ενδεχομένως. Και ευτυχώς. Το θέμα είναι πώς αντιλαμβανόμαστε τελικά την έννοια της ιδιωτικότητας στον δημόσιο χώρο και σε ποιες συνθήκες πραγματικά υπονομεύεται η ασφάλεια των προσωπικών δεδομένων μας.



Και σε τελική ανάλυση, μήπως να χαλαρώσουμε λίγο; Δεν ξέρω ποιος ήταν ο άνδρας που εκείνο το βράδυ φωτογράφισε τη φιλάρεσκη Αθηναία στην Πανεπιστημίου, αλλά ελπίζω να μην του επέβαλε να πατήσει το delete στην ψηφιακή του. Μπορεί η γυναίκα να είχε την τύχη να τη φωτογράφισε ένας νέος Γκάρι Βίνογκραντ. Ο σπουδαίος Αμερικανός φωτογράφος στόχευε κι αυτός με τον φακό του ανύποπτες γυναίκες στους δρόμους της Νέας Υόρκης. Κι είχε το θράσος να τις δημοσιεύσει μετά σ' ένα λεύκωμα με τον τίτλο «Women Are Beautiful». Υποθέτω πως κανένα από τα απρόθυμα μοντέλα του δεν αισθάνθηκε προσβεβλημένο. Βέβαια, είναι εξίσου πιθανό ο άγνωστος Αθηναίος φωτογράφος να αποφάσισε να δοκιμάσει την καινούργια ψηφιακή μηχανή του εκείνο το βράδυ που έπληττε αφόρητα.

Κατερίνα Οικονόμου Ελευθεροτυπία
Copyright © 2008 Χ. Κ. Τεγόπουλος Εκδόσεις Α.Ε.

Το γεγονός είναι ότι πολύ λίγοι από μας ζούμε τις ζωές μας εξ ολοκλήρου εκτός της δημόσιας οπτικής . Ο δρόμος αποτελεί το χώρο όπου ο πολιτισμός αναπτύσσεται και απεικονίζεται πίσω σε μας μέσω του εμπορίου, της αρχιτεκτονικής, της μόδας, της γλώσσας των σωμάτων, της διαφήμισης και της αναγνώρισης των ανθρώπων μας .
Ιστορικά η φωτογραφία δρόμου, με τυχαίες σκηνές, είναι ανεκτίμητη στην κατανόηση μεταξύ των ανθρώπων και στο να μάθουν από πού και πως φτάσαμε μέχρι εδώ. Πώς οι άνθρωποι μετακινούνταν γύρω από την πόλη, πώς ντύνονταν , που ψώνιζαν, πως καθιερωνόταν η μόδα κλπ. - Η ειλικρινής φωτογράφιση στο δρόμο είναι ένας κρίσιμος καθρέφτης, ένα απαραίτητο στιγμιότυπο της συλλογικής εμπειρίας μας στα κοινά διαστήματα. Πώς αλλιώς θα μπορούσαμε να καταλάβουμε ενδεχομένως πως είναι ένα καλοκαίρι στο Παρίσι η στην Νέα Υόρκη η ακόμα στην Αθήνα το 1938; Πώς αλλιώς θα μπορούμε να πιάσουμε μια άγρια και συγκρουσιακή σκηνή δρόμου του Σαν Φρανσίσκο το 1968; η στην Αθήνα των συνταγματαρχών του 1967;
Δυστυχώς στην εποχή μας όπου κυριαρχεί η καχυποψία και η επιφυλακτικότητα δεν είναι και το ευκολότερο πράγμα η φωτογράφιση δρόμου και θα έλεγα ακόμη ίσως και επικίνδυνο. Ο καθένας διαστρεβλώνει τους κανόνες και θεωρεί ότι έχει το δικαίωμα να βάζει όρους, όρια και απαγορεύσεις.
Τώρα βέβαια επειδή κάποιων οι απόψεις η οι εμμονές αποδεικνύονται επιφανειακές η άδικες δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να σταματήσουμε να φωτογραφίζουμε στο δρόμο ούτε ασφαλώς αυτό μπορεί να αποφευχθεί διαχρονικά. Δηλαδή είναι σαν να λέμε να απαγορεύσουμε σε όλους τους ανθρώπους να μετρούν γιατί μερικοί δεν μπορούν να κάνουν σωστή πρόσθεση!
Από την άλλη δεν σημαίνει ότι αυτή( η φωτογραφία δρόμου) θα πρέπει να θεωρηθεί η ευκολότερη οδός προς μια καλλιτεχνική καταξίωση, αντιθέτως είναι από τα δυσκολότερα εγχειρήματα.
Ο Π. Ριβέλλης είχε πει κάποτε «Στην τέχνη το φαινομενικά ευκολότερο είναι και το ουσιαστικά δυσκολότερο. Ας μην νομίζουν λοιπόν οι απανταχού τής Ελλάδας νέοι φωτογράφοι, ότι ο ευκαιριακός βομβαρδισμός τού ανυποψίαστου και ανυπεράσπιστου κοινωνικού μας περίγυρου θα τους εξασφαλίσει εύκολα και σύντομα φωτογραφία ενδιαφέρουσα και προσωπικό καλλιτεχνικό ύφος. Τις περισσότερες φορές θα καταλήξουν σε μια συλλογή φολκλορικών ή χιουμοριστικών στιγμιότυπων, που θα είναι για την καλλιτεχνική φωτογραφία ότι τα πνευματώδη ευφυολογήματα για τη λογοτεχνία.
Αν όμως οι νέοι αυτοί φωτογράφοι θελήσουν να μελετήσουν τους σπουδαίους «φωτογράφους» τού «δρόμου» θα διαπιστώσουν: Πρώτον, ότι τα θέματά τους δεν έχουν καθαυτά (τις περισσότερες φορές) ενδιαφέρον, παρά μόνον σε σχέση με το φωτογραφικό (και όχι πραγματικό) γεγονός και, ακόμη πάρα πέρα, εντασσόμενα στο συνολικότερο έργο τού φωτογράφου, με πρωτότυπη και ενδιαφέρουσα προσέγγιση τού κόσμου και τού φωτογραφικού μέσου…»

Η φωτογραφία δρόμου προϋποθέτει να είστε κοντά στους ανθρώπους - συχνά πολύ κοντά. Για να κάνει κάποιος αυτόν τον τύπο φωτογραφίας με επιτυχία πρέπει να είναι στη σκηνή, στο συγκεκριμένο μέρος και όχι ένας απόμακρος παρατηρητής. Αυτό σημαίνει φωτογράφηση με ευρυγώνιους φακούς και πιστεύω τίποτα περισσότερο από τα 50mm. Με ευρυγώνιο φακό συμμετέχετε. Με ένα τηλεφακό είστε στην καλύτερη περίπτωση παρατηρητής, στη χειρότερη περίπτωση ένας περαστικός. Ακριβώς αυτή η μέθοδος είναι που αποτρέπει και αρκετούς φωτογράφους, λόγω του ότι αυτός ο τρόπος φωτογράφισης σημαίνει πολύ κοντά στο προσωπικό διάστημα των περισσότερων ανθρώπων.
Μια φωτογραφία δρόμου για να είναι πετυχημένη θεωρώ ότι κάτι στη σκηνή πρέπει να «μιλήσει» να φανεί σημαντικό στο φωτογράφο, ακόμα κι αν εκείνο το κάτι δεν είναι άμεσα προφανές. Η αποτελεσματική φωτογραφία δρόμου πρέπει να δημιουργεί μια ανατρεπτική οπτικά εικόνα παρά να αφηγείται κάποια ιστορία καταγράφοντας απλά τι ήταν εκεί σε έναν ιδιαίτερο χρόνο και σε μια συγκεκριμένη θέση.
Νομίζω μια από τις καλύτερες μεθόδους φωτογραφίας δρόμου τείνει να είναι η αντανακλαστική, συχνά ένα είδος reportage που μπορεί να πάρει μία θέση με μόνο μια καλά στοχευμένη φωτογραφία. . η γρηγοράδα του να βάλω την κάμερα στο ύψος του ματιού δεν σημαίνει ότι η προσεκτική σύνθεση και η καλλιτεχνική φαντασία, δεν έχουν πραγματοποιηθεί , αλλά ότι ένα μεγάλο μέρος από αυτά συμβαίνει πριν καν να κοιτάξω μέσω του σκοπεύτρου – και συμβαίνει μέσω της εκμάθησης να αναγνωρίζονται οι καταστάσεις, να προσδοκάς την συμπεριφορά, να αναγνωρίζεις τη σκηνή/το μέρος , με λίγα λόγια να αναπτύσσεις ένα καλλιτεχνικό όραμα και μια φωτογραφική φαντασία. Έχοντας ένα «καλό μάτι», και προπαντός να είσαι παρών, βοηθάει πάρα πολύ. Ακόμα δεν είναι όλη η φωτογραφία δρόμου "γρήγορη" στη διάρκεια των όποιων γεγονότων. Μερικά συμβάντα είναι αρκετά «σκόπιμα», εξετάζονται προσεκτικά και εκτελούνται.

Henri Cartier-Bresson : The Decisive Moment - (Η αποφασιστική στιγμή) ένα βιβλίο που θα πρέπει να διαβαστεί από όλους τους ενδιαφερόμενους για τη φωτογραφία δρόμου και τις ρίζες της , και είναι τώρα ελεύθερο να το διαβάσετε δωρεάν στη πιο κάτω διεύθυνση on line.

http://e-photobooks.com/cartier-bresson/decisive-moment.html





Μάθημα φωτογραφίας δρόμου, από τον Garry Winogrand

Το πιο κάτω άρθρο εμφανίστηκε αρχικά στο τεύχος Ιουνίου του 1988 στο περιοδικό Modern Photography Γράφτηκε από τον Mason Resnick, ιδρυτή του Black and White World, για τον καιρό που διετέλεσε μαθητής του Garry Winogrand.
Είναι άκρως ενδιαφέρον για όσους ασχολούνται και θέλουν να ενδιατρίψουν βαθύτερα με τη φωτογραφία δρόμου αλλά και να κατανοήσουν τις μεθόδους και τα «μυστικά» του μεγάλου φωτογράφου.

Ποιός είναι ο Mason Resnick
Ο Resnick είναι ενεργός φωτογράφος στη φωτογραφία δρόμου. Η ζωή του σαν φωτογράφος κυριολεκτικά άλλαξε όταν μαθήτευσε κοντά στον Garry Winogrand το 1976. Έχει προωθήσει με μεγάλο ενθουσιασμό τη φωτογραφία δρόμου (καθώς επίσης και άλλες μορφές φωτογραφίας). ο Resnick έχει δημοσιεύσει πλειάδα άρθρων για τη φωτογραφία σε πολλά περιοδικά φωτογραφίας και ιστοχώρους από το 1983. Συνεργάστηκε με τα περιοδικά Modern Photography, Popular Photography, Photo Business, Shutterbug, Photo District News, Visio, Darkroom Photography, American Photo και Outdoor & Travel Photography. Διετέλεσε ακόμα αρθρογράφος για θέματα φωτογραφίας στους New York Times. Αυτήν την περίοδο είναι ο επικεφαλής του κέντρου εκμάθησης Adorama AIRC, όπου εργάζεται από το 2005, και διδάσκει φωτογραφία δρόμου στο Perfect Picture School of Photography. Οι φωτογραφίες του έχουν εμφανιστεί στα περιοδικά Stern, Hadassah, και Modern and Popular Photography . Φωτογραφικές συλλογές του είναι μέρος της μόνιμης συλλογής του Μουσείου Τέχνης της Πόλης της Οκλαχόμα.

...
Δύο από τις πολλές εξαιρετικές φωτογραφίες του Garry Winogrand

Παίρνοντας έμπνευση από τον δάσκαλο τράβηξα οκτώ φιλμ εκείνη τη μέρα! Δούλευα όλη τη νύχτα για να τα τυπώσω και την επόμενη μέρα παρουσίασα, κατενθουσιασμένος, στο δάσκαλο περίπου 50 τυπωμένες φωτογραφίες. Ο Winogrand τις χώρισε σε δύο στήλες, καλές και κακές και μετά μου τις έδωσε πίσω χωρίς κανένα σχόλιο. Τον πίεσα για λεπτομέρειες: τι είναι αυτό που κάνει αυτήν την φωτογραφία καλή ; Γιατί συμπαθείς εκείνη την φωτογραφία και όχι αυτή; Μου απάντησε απλά " είναι καλή φωτογραφία!" και με προέτρεψε να ρίξω μια πιο προσεκτική ματιά στις φωτογραφίες που τραβά. Ήμουν απογοητευμένος, αλλά αισθάνθηκα και την πρόκληση. Το υπόλοιπο του μαθήματος κύλησε στο ίδιο μοτίβο. Την υπόλοιπη μέρα συνέχισα να φωτογραφίζω σαν μανιακός (όπως και οι περισσότεροι από τους άλλους σπουδαστές). Δούλεψα στο σκοτεινό θάλαμο μέχρι την αυγή, ετοίμασα μια δέσμη φωτογραφιών 8x10 και γύρισα στη Νέα Υόρκη από το Long Island για το μάθημα των 9 π.μ.
Ο Winogrand χώρισε πάλι τις φωτογραφίες σε καλές και αδιάφορες. Μελέτησα τις επιλογές του, προσπαθώντας να μπω στη λογική του. Ξαφνικά συνειδητοποίησα ότι όταν «λειτουργεί» ολόκληρη η φωτογραφία—δίνει μια διαισθητική απάντηση σε κάτι οπτικό, ανεξήγητο με λέξεις, «…την συμπαθώ» . Εάν μόνο ένα μέρος της φωτογραφίας λειτουργήσει, αυτό δεν είναι αρκετό.

Μας είπε ότι το cropping μας ήταν λανθασμένο και να φωτογραφίζουμε σε πλήρες πλαίσιο έτσι ώστε " η ποιότητα του οπτικού προβλήματος να βελτιωθεί." Ο Winogrand μας είπε ακόμα να φωτογραφίζουμε αυτό που εμείς νιώθουμε ότι μας λέει κάτι και να εμπιστευόμαστε τις επιλογές μας, ακόμα κι αν κανένας άλλος δεν συμφωνεί με αυτές .
Την επόμενη εβδομάδα, ο Winogrand μας είπε για τις μεθόδους με τις οποίες δούλευε ,οι οποίες ήταν μάλλον ανορθόδοξες, αλλά καθόλου επιφανειακές. Δεν εμφάνιζε ποτέ φιλμ μετά από μια φωτογράφιση . Περίμενε σκόπιμα ένα ή δύο χρόνια, λέγοντάς μας ότι έτσι δεν θα είχε ουσιαστικά καμία ανάμνηση της πράξης η της λήψης μιας μεμονωμένης φωτογραφίας. Αυτό, έλεγε, δημιουργούσε τις προϋποθέσεις για μια αυστηρότερη κρητική για τις φωτογραφίες του! Όπως μας είπε " Εάν ήμουν σε μια καλή διάθεση την ημέρα της φωτογράφισης, τότε εμφάνιζα το φιλμ αμέσως, " μπορούσα να επιλέξω μια εικόνα επειδή θυμόμουν πόσο καλά αισθάνθηκα όταν την πήρα και όχι απαραιτήτως επειδή ήταν μια πολύ καλή φωτογραφία. Θα κάνετε καλύτερες επιλογές εάν προσεγγίζετε «ψυχρά» τα αρνητικά σας και διαχωρίζοντας την επεξεργασία από την φωτογράφιση όσο το δυνατόν περισσότερο. "

Ο Winogrand έβρισκε μερικά από τα πιο δημοφιλή θέματά του με τη μελέτη των workprints του. Δεν βγήκε ποτέ λέγοντας " Θέλω να φωτογραφίσω το τάδε σήμερα, " επειδή αυτό δημιουργεί προκαταλήψεις και σε αποτρέπει από το να είσαι ανοικτός να δεις άλλα πράγματα. Εργάστηκε χωρίς προκαταλήψεις σε αυτό που θα λέγαμε κατάλληλο φωτογραφικό θέμα ή το πώς μια φωτογραφία πρέπει να δείχνει. Είχε πει " Φωτογραφίζω κάτι για να δω πως θα φαίνεται φωτογραφημένο." Μας ενθάρρυνε να μελετήσουμε τις φωτογραφίες των μεγάλων φωτογράφων. Δείτε τις τυπωμένες δουλείες τους στις γκαλερί και τα μουσεία για να ξέρετε πώς μια καλά τυπωμένη φωτογραφική δουλειά δείχνει. Μας σύστησε τους Αμερικανούς Robert Frank, το American Images του Walker Evans τον Robert Adams' τη δουλεία του Lee Friedlander, Paul Strand, Brassai, Andre Kertesz, Weegee και του Henri Cartier-Bresson.
Μας συμβούλεψε ακόμα να είμαστε πάντα εκεί που υπάρχει πολύς κόσμος και συμβαίνουν πράγματα για φωτογράφιση. Το αγαπημένο του μέρος φωτογράφισης ήταν το Columbus Circle στην πόλη της Νέας Υόρκης, Κυριακές στις 3 μ.μ.
Όταν κάποτε τον ρώτησα γιατί βγάζει με κλίση τους ορίζοντές του; Μου απάντησε
" Ποια κλίση; " δεν ενδιαφερόταν να κρατά τους ορίζοντες σε ευθεία γραμμή μέσα στο πλαίσιο, αλλά πάντα είχε ένα κάθετο πλαίσιο αναφοράς στις εικόνες του. (Αυτό μπορεί να είναι και ο μόνος κανόνας της σύνθεσης που μας δίδαξε.)

Είπε ότι η ένταση μεταξύ της φόρμας και του περιεχομένου μιας φωτογραφίας τη κάνει επιτυχημένη. Μας είπε ακόμα ότι η επιτυχέστερη τέχνη είναι αυτή που βρίσκετε στα πρόθυρα της αποτυχίας. Αυτές όλες οι ανάμεικτες ιδέες πρόσθεσαν τελικά πάνω μας μια συνεπή προσέγγιση στη φωτογραφία που μπορεί να συνοψιστεί σε δύο λέξεις: καμία προκατάληψη. Οι φωτογραφίες του δεν είχαν τίποτα που να παραπέμπει η έστω να μοιάζει με κάτι που υπήρξε και πριν στην φωτογραφία δρόμου. Ακόμη και η μέθοδος διδασκαλίας του (που άφηνε τους σπουδαστές να δημιουργήσουν το μάθημα με ερωτήσεις, απαντώντας μόνο όπου είχε κάτι σημαντικό να πει) απεικόνιζε και τη φιλοσοφία ανατροπής του σε οποιοδήποτε προηγούμενο παράδειγμα για το «πώς γίνεται» μια φωτογραφία.
Μετά το τέλος του εκπαιδευτικού χρόνου, έβλεπα τη φωτογραφική μηχανή μου και τον κόσμο διαφορετικά πια. Ενθαρρυμένος και από τα τελευταία λόγια του Winogrand' την ώρα του αποχωρισμού από το σχολείο, που μου είχε πει" Πάρε μια άλλη φωτογραφική μηχανή και δούλεψε μαζί της" Αγόρασα λοιπόν μια Leica Μ3 με 35mm φακό και συνέχισα το ταξίδι μου στην τέχνη της φωτογραφίας. Τον Winogrand τον ξαναείδα το 1982 σε μια διάλεξη που έδωσε στο Queens College. Δράττοντας την ευκαιρία του έδειξα κάποια πρόσφατη δουλεία μου. Είπε ότι «τη συμπάθησε» και γυρίζοντας μου είπε να συνεχίσω. Αφού μου υπέγραψε μια φωτογραφία που του πήρα από τη χρονιά που κάναμε τα μαθήματα του είπα, " θα σας δω την επόμενη φορά δάσκαλε. " Αλλά δυστυχώς δεν υπήρξε επόμενη φορά. Δύο χρόνια αργότερα έφυγε για το μεγάλο ταξίδι.

Μερικές εξαιρετικές φωτογραφίες δρόμου από τους εξαιρετικούς φωτογράφους του MAGNUM και NATIONAL GEOGRAPHIC


MAGNUM

......

photo by John Vink Nikos Economopoulos Jean Gaumy



......
photo by Richard Kalvar Κωνσταντίνος Μάνος Chien-Chi Chang



ΝATIONAL GEOGRAPHIC

......
PATRA GREECE 1930 Photograph by Maynard Owen



......

All photo copyrights reserved by there photographers,Magnum and NG

Σάββατο 4 Ιανουαρίου 2014

Βιβλία : Σχολεία Ζωής



Μαργαρίτα Καραπάνου και το βιβλίο της Η ζωή είναι αγρίως απίθανη :

" Ίσως γι' αυτό και η βαθύτερη δικιά μου αδιαφορία και ψυχρότητα. Αλλά τι απίστευτο δώρο όταν κάποιος ή κάτι μ' αγγίξει. Τι λάθος η άποψη πως η ευαισθησία είναι να πάλλεσαι με το καθετί! Αντίθετα. Ο ευαίσθητος άνθρωπος είναι ψυχρός και αδιάφορος φαινομενικά. Απλώς είναι τρομακτικά εκλεκτικός. Οργανωμένο παραλήρημα. Για τους άλλους είναι τέρας. Είναι αλλού, γι' αυτό. "

Ένα δέντρο μεγαλώνει στο Μπρούκλιν"
A Tree Grows in Brooklyn (novel), a 1943 novel by Betty Smith

Είναι η στιγμή που η ηρωίδα η μικρή Φράνση μαθαίνει να διαβάζει και αντιλαμβάνεται το νόημα των λέξεων. Πιστεύω πως είναι μια σημαντική στιγμή στην ζωή ενός ανθρώπου..

" Ω, τι μαγική ώρα όταν ένα παιδί αντιλαμβάνεται για πρώτη φορά πως μπορεί να διαβάζει τυπωμένες λέξεις.
Για κάμποσο διάστημα η Φράνση διάβαζε συλλαβιστά τα γράμματα, πρόφερε τον ήχο τους και μετά έβαζε τους ήχους μαζί για να σχηματίσει μια λέξη. Μια μέρα όμως κοίταξε μια σελίδα και η λέξη "ποντικός" πήρε στη στιγμή την σημασία της. Η Φράνση κοίταξε την λέξη και η εικόνα ενός γκρίζου ποντικού πέρασε από το μυαλό της. Το φράγμα ανάμεσα στον ξεχωριστό ήχο κάθε γράμματος και τη συνολική σημασία της λέξης έπεσε, και η τυπωμένη λέξη έπαιρνε αμέσως έννοια με μια γρήγορη ματιά. Διάβασε μερικές σελίδες βιαστικά και σχεδόν αρρώστησε από την υπερδιέγερση. Ήθελε να ξεφωνίσει. Μπορούσε να διαβάζει..!! Μπορούσε να διαβάζει!!

Από εκείνη την ώρα το διάβασμα έκανε ολόκληρο τον κόσμο της. Δεν θα ένιωθε πια μοναξιά, ούτε θα λυπόταν που δεν είχε στενές φίλες. Φίλες της έγιναν τα βιβλία και έβρισκε πάντα ένα που ταίριαζε στην διάθεση της στιγμής."
Όμηρος Αβραμίδης, Το τραγούδι της βροχής

Είχε δει την θλίψη στα μάτια του από την ώρα που ξεκίνησαν, και στη διαδρομή ήταν σιωπηλός. Του έπιασε το χέρι και του χαμογέλασε τρυφερά.
<<Άκου το τραγούδι της βροχής, βοηθάει να ξεχαστείς>>.
Η ανάμνηση πλημμύρισε την ψυχή του. Τα μάτια του έλαμψαν και της ανταπέδωσε το χαμόγελο.
<<Βοηθάει Λίζα;>>
<<Πάντα βοηθάει. Μάθε να το ακούς>>.
Την κοιτούσε βαθιά στα μάτια. <<Κι'αν δεν βρέχει;>>
<<Τότε άκου τους άλλους ήχους της φύσης... Τον αέρα που φυσάει, το γρύλο που τραγουδάει, την κουκουβάγια.Άκου τον θόρυβο των αυτοκινήτων, τη φωνή του μεθυσμένου που μιλάει με τον εαυτό του. Στρέψε την προσοχή σου έξω από σένα. Βοηθάει πάντα. Κάν'το>>.
Όσκαρ Γουαιλντ, Το πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέη 
Wilde, Oscar, 1854-1900
Έχω καταλήξει να αγαπώ την μυστικότητα. Μου φαίνεται ότι είναι το μόνο που μπορεί να κάνει τη σύγχρονη ζωή μας μυστηριώδη ή υπέροχη. Το πιο κοινό πράγμα γίνεται καταπληκτικό, αρκεί να το κρύψεις. Όταν φεύγω απ'την πόλη, δεν λέω ποτέ στους φίλους μου που πηγαίνω. Αν το έκανα, θα έχανα κάθε ευχαρίστηση. Είναι μια ανόητη συνήθεια αλλά μου φαίνεται ότι φέρνει πολύ ρομαντισμό στη ζωή μας.
Αλκυόνη Παπαδάκη , Στον ίσκιο των πουλιών

"Είναι κάτι νύχτες, που τ' αστέρια κατεβαίνουνε χαμηλά. Που λιώνει το φεγγάρι και νοτίζει την ψυχή σου. Είναι κάτι νύχτες, που όλα σιγοτραγουδούν. Ακόμα κι οι πέτρες. Και τα ξερά κλαδιά. Αυτές τις νύχτες προτιμά να σε θυμάται η μοναξιά σου. Κι έρχεται ακάλεστη. Χωρίς να χτυπήσει ούτε καν την πόρτα, να ρωτήσει αν δέχεσαι επισκέψεις. Χωρίς να κρατά η αφιλότιμη, ούτ' ένα λουλουδάκι. Ούτ' ένα γλυκό, μπας και σε ξεγελάσει. Θρονιάζεται στην ψυχή σου κι ανάβει προκλητικά το τσιγαράκι της. «Αυτάααα! Πού είχαμε μείνει;» Σου λέει μ' όλο το θράσος της και σε κοιτά κατάματα. Είν' αυτές οι νύχτες, που τ' άστρα κατεβαίνουν χαμηλά. Που λιώνει το φεγγάρι. Που όλα σιγοτραγουδούν. Είν' αυτές οι νύχτες τελικά, που βλέπεις καθαρά, το χρώμα που έχουν τα μάτια της μοναξιάς. Ίδιο ακριβώς, όπως οι στάχτες από τα όνειρα."
Ιστορίες μιας θαμμένης ζωής , Μπουκόφσκι
Henry Charles Bukowski
Όποιον και να ρωτήσετε θα σας πει ότι δεν είμαι και πολύ καλός άνθρωπος.Δεν ξέρω τι σημαίνει αυτή η λέξη.Πάντα συμπαθούσα τους παλιανθρώπους,τους παρανόμους,τα ρεμάλια.Δεν τα γουστάρω κείνα τα καλοξυρισμένα αγοράκια με τη γραβάτα και την καλή δουλειά.Μ' αρέσουν οι απελπισμένοι άνθρωποι , οι άνθρωποι με τα σπασμένα δόντια,τα σπασμένα μυαλά και τους σπασμένους τρόπους.Αυτοί μ' ενδιαφέρουν. Είναι γεμάτοι εκπλήξεις και εκρήξεις.
Αναφορά στον Γκρέκο του Νίκου Καζαντζάκη

''Ξέρω καλά πως ο θάνατος δε νικιέται..μα η αξία του ανθρώπου δεν είναι η Νίκη,παρά ο αγώνας για τη Νίκη.
Και ξέρω ακόμα ετούτο,το δυσκολώτερο:δεν είναι ούτε ο αγώνας για τη Νίκη..η αξία του ανθρώπου είναι μια μονάχα,ετούτη:να ζει και να πεθαίνει παλικαρίσια και να μην καταδέχεται αμοιβή.
Κι ακόμα ετούτο,το τρίτο,ακόμα πιο δύσκολο:η βεβαιότητα,πως δεν υπάρχει αμοιβή,να μη σου κόβει τα ήπατα παρά να σε γεμίζει χαρά,υπερηφάνια κι αντρεία.

Κάθε άρτιος άνθρωπος έχει μέσα του,στην καρδιά της καρδιάς του,ένα κέντρο μυστικό και γύρα του περιστρέφουνται τα πάντα..ο μυστικός αυτός στρόβιλος δίνει ενότητα στο στοχασμό και στην πράξη μας,και μας βοηθάει να βρούμε ή να εφεύρουμε την αρμονία του κόσμου.'Άλλοι έχουν τον έρωτα,άλλοι τη δίψα της μάθησης,άλλοι την καλοσύνη ή την ομορφιά ή τη λαχτάρα του χρυσαφιού και της εξουσίας κι όλα τ'αξιολογούν και τα υποτάζουν στο κεντρικό τους αυτό πάθος.
Αλίμονο στον άνθρωπο που μέσα του δε νιώθει να τον κυβερνάει ένας απόλυτος μονάρχης..η ζωή του κατασκορπίζεται ακυβέρνητη κι ασυνάρτητη σε όλους τους ανέμους."
Ράϊνερ Μαρία Ρίλκε, "Γράμματα σ' ένα νέο ποιητή"
Rainer Maria Rilke
"....γόνιμος είναι κι ο έρωτας: επειδή κι ο έρωτας είναι δύσκολος. Έρωτας του ανθρώπου για τον άνθρωπο: ίσως αυτό να 'ναι το δυσκολότερο απ' όσα μας έταξε η μοίρα, το πιο απόμακρο, η τελευταία δοκιμασία, το έργο που όλα τ'άλλα δεν είναι παρά προετοιμασία και προπαρασκευή του. Γι' αυτό κι οι νέοι -που είναι "αρχάριοι" στο κάθε τι -δεν ξέρουν ακόμα ν' αγαπούν: πρέπει να διδαχτούν τον έρωτα.
Με όλο τους το είναι, με όλες τους τις δυνάμεις συμμαζεμένες γύρω στην ερημική φοβισμένη καρδιά τους, που οι χτύποι της ψηλώνουν ολοένα, πρέπει να μάθουν ν'αγαπούν. Ο καιρός όμως της μαθητείας είναι πάντα καιρός μακρόχρονου "εγκλεισμού".
Έτσι είναι, για πολύν καιρό, κι ο έρωτας: μοναξιά, ολοένα και πιο έντονη και πιο βαθιά μόνωση. Έρωτας δε θα πει ν'ανοίγεσαι ευθύς, να δίνεσαι, να ενώνεσαι με κάποιον Άλλον (τι θα ήταν, άλλωστε, η ένωση δύο όντων ακαθόριστων ακόμα, ατελείωτων, ανοργάνωτων..είναι μια σπάνια ευκαιρία για να ωριμάσεις, ν'αποχτήσεις μιαν υπόσταση δική σου, να γίνεις εσύ ένας ολόκληρος Κόσμος, για χάρη κάποιου άλλου, αγαπημένου προσώπου..είναι μια υψηλή, ακράτητη αξίωση, που σε χρίζει εκλεκτό της και σε σπρώχνει προς τ' απέραντα πλάτη.
Μόνο έτσι θα πρέπει να μεταχειρίζονται οι νέοι τον έρωτά τους: σαν ένα καθήκον που τους υποχρεώνει να εργάζονται αδιάκοπα στο μέσα τους κόσμο ("ν' ακροάζονται και να σφυροκοπάνε νύχτα-μέρα"). Δεν είναι ακόμα ώριμοι για το δόσιμο του εαυτού τους, για την εγκατάλειψη και το σβήσιμό τους μέσα σ'ένα άλλο άτομο, για οποιοδήποτε τρόπο Ένωσης. (Πρέπει, πρώτα, και για πολύν πολύν καιρό, να μαζεύουν και να θησαυρίζουν ολοένα). Η Ένωση αυτή, το δόσιμο αυτό, είναι το στερνό σκαλοπάτι..ίσως η ανθρώπινη ζωή να μη μπορέσει ακόμη να το χωρέσει."

Ελεωνόρα Σταθοπούλου, ''Εκείνος''
''Σήμερα φέρνοντας -αναπάντεχα στο νου μου έναν αρχαίο μύθο-κατάλαβα τι μπορεί να είναι η αγάπη.
Το κατάλαβα από μια εικόνα πάνω σ' ένα αγγείο: δείχνει τον Πηλέα, να έχει δέσει τα χέρια του γύρω από τη Θέτιδα και να την κρατάει σφιχτά. Αγαπούσε τη Θέτιδα και ο Κένταυρος, που ήταν σοφός, του είχε προβλέψει: ''Η γυναίκα αυτή συνέχεια θα μεταμορφώνεται. Μην φοβηθείς και μη λύσεις ποτέ τα χέρια σου. Θα γίνεται φίδι και λύκαινα, φωτιά και πάγος. Πράγματα δηλαδή, που δύσκολα κρατάει κανείς χωρίς να ματώσουν,να καούν και να παγώσουν τα χέρια του. Εσύ όμως θα το κάνεις. Η αγάπη θα σου δίνει τη δύναμη ν' αντέξεις, ό,τι χωρίς αυτή, θα σου προκαλούσε φρίκη και πόνο και αποστροφή. Και δεν θα χαλαρώσεις ποτέ το αγκάλιασμα, γιατί θα ξέρεις ότι πίσω απ' όλ' αυτά τα πρόσωπα κρύβεται η μορφή της αγαπημένης σου. Κρύβεται η ψυχή της''.
Αυτά είπε ο Κένταυρος κι ο Πηλέας τον άκουσε κι όσο κράταγε ο πόλεμος δεν έπαυε ν' αγαπάει και ν' αγκαλιάζει κάθε μορφή θηρίου που μπορεί να πάρει ο άνθρωπος. Κι ακόμα ήξερε, πως τα θηρία αυτά, είναι οι όψεις της τρέλας, του πόνου και της αρρώστιας που μπορεί να έχει ο καθένας μας. Όχι η αληθινή εικόνα του.
Και περίμενε το πλήρωμα του χρόνου, μέχρι να λιώσει η αγάπη του κάθε προσωπείο και κάθε αντίσταση, ώστε να δει επιτέλους την ομορφιά της Θέτιδας. Και την είδε. Επειδή δεν έλυσε ποτέ τα χέρια του, την είδε. Επειδή έβλεπε πέρα απ' τη δύση, την ανατολή και πέρα απ' το θηρίο, την θεότητα. Είδε και την αγάπη, πρόσωπο με πρόσωπο.''

Αλκυόνη Παπαδάκη "Στο ακρογιάλι της ουτοπίας"

Αυτό που θα ήθελα απόψε,είναι τη ζωή μου πίσω.
Αλλά δεν ξέρω από ποιόν να τη ζητήσω.
Τόσο τη σκόρπισα,τόσο τη χαράμισα,τόσο τη δάνεισα,τόσο την ξερίζωσα.Από ποιόν να τη ζητήσω τώρα...
Και τι ωφελεί...
Αυτό που θα θελα απόψε,τελικά,είναι ένας ώμος,να γείρω πάνω του να κλάψω.
Να κλάψω πολύ.Με λυγμούς.Με κραυγές.Να κλάψω για όλα.Για όσα αγάπησα. Για όσα ονειρεύτηκα.Για όσα ένιωσα.Για όσα περίμενα και ποτέ δεν ήρθαν.
Για όσα με πρόδωσαν.Για όσα με χαράκωσαν.Για όσα με θανάτωσαν.Για όσα μ'ανάστησαν.
Να κλάψω πολύ.Με λυγμούς.Με κραυγές.
Για όλα....
Να γείρω στον ώμο κάποιου και ν ακούσω τη φωνή του, να μου πει ψιθυριστά: "Μην κλαις" .Μόνο αυτό.Τίποτε άλλο.
Μην κλαις.Μόνο αυτό....
''Η μοναξιά είναι από χώμα'' της Βαμβουνάκη

" Το δικό μου το πολύ πως να χωρέσει στο δικό σου το λίγο! Κι οι δυο μας δυσανασχετούσαμε δικαιολογημένα.
Όμως μέσα σ' αυτό το λίγο σου, σ' αυτό το περιορισμένο σου, είχα την κακοτυχία να διακρίνω σκιές περαστικές που με πυρπόλησαν. Σκιές του απέραντου. Αυτό που δεν έλεγχες, αυτό που δεν γνώριζες, προσπερνούσε από μια σου έκφραση, από μια σου χειρονομία τυχαία και με καθήλωνε.
Δεν περιγράφεται η ματιά, η κίνηση, ο ήχος.
Ό,τι κι αν σου πω δεν θα σου μεταδώσω αυτό που μ' έκανε να σε θέλω έτσι. Το απέραντο είναι άπιαστο, απερίγραπτο, ακαθόριστο. Χιλιάδες να λέω εναντίον σου αμέσως θα παραλύσουν μπροστά στη γρήγορη κίνηση του χεριού σου μόλις σηκωθεί για να φτάσει στα χείλη σου και να δαγκώσεις το μικρό σου νυχάκι σμίγοντας τα φρύδια σα να σκέφτεσαι κάτι δύσκολο.
Για μια τέτοια κίνηση, κάποιες ώρες, ένιωθα έτοιμος και τη ζωή μου να δώσω.
Για μια τέτοια κίνηση!
Σαν σινιάλο άλλων κόσμων ερχόταν προς εμένα κι ανέτρεπε όσα σου καταμαρτυρούσα. Από κατήγορο με μετέτρεπε σε ζητιάνο σου!
Για μια τέτοια κίνηση!
Δεν θα απορήσω ποτέ ξανά για το τι είναι εκείνο που αλυσοδένει ένα ζευγάρι. Δεν φαίνεται αυτό που αλυσοδένει. Εμείς οι απ' έξω δεν βλέπουμε τίποτα όμως ένας άντρας κανείς δεν ξέρει τι σινιάλα δέχεται από το βλέμμα μια γυναίκας, απ' την ανάσα της, από το γέλιο της, από την πιο ανεπαίσθητη χειρονομία της, από το άρωμά της.''

''Να υπάρχω μονάχα, να σ’ αγαπώ μονάχα και να μην έχω λόγο κανένα να το δηλώνω. Ούτε την παρουσία μου να μη χρειάζεται να δηλώνω πια. Σ’ αγαπώ τόσο που το ξεχνώ, όπως ξεχνάμε τα αυτονόητα και τα φυσικά. Σ’ αγαπώ τόσο που δεν σε κρίνω και εντελώς σε αποδέχομαι. Γλίτωσα από το μαρτύριο να προσπαθώ συνεχώς να σε διορθώνω. Σ’ αγαπώ τόσο που δεν σε θέλω. Γιατί δεν θες παρά ότι σου λείπει κι εσύ πια δεν μου λείπεις αφού στης αγάπης τον τόπο δεν χωρά η απόσταση. Σ’ αγαπώ κι αγαπώντας σε, σε περιέχω, σε έχω αφού είμαι, είμαι από σένα και μαζί σου κι όπου κι είμαι έρχεσαι.''

Τομ Ρόμπινς, Ο χορός των εφτά πέπλων (απόσπασμα από το Πρελούδιο)
Thomas Eugene Robbins 
Αυτό είναι το δωμάτιο με την ταπετσαρία της λυκομάνας. Το μοτέλ των μανιταριών, που κάποτε νομίζατε πώς είναι ένα λαϊκό παραμύθι, ένα ηλίθιο, απαρχαιωμένο επαρχιώτικο φούμαρο.
Αυτό είναι το δωμάτιο όπου γεννήθηκαν οι σοφότεροι πρόγονοί σας, ό, τι κι αν είστε- χριστιανοί, Άραβες ή Εβραίοι. Το πλαστικό που είναι στρωμένο κάτω είναι ιερό. Παρακαλώ, βγάλτε τα παπούτσια σας.
Αυτό είναι το δωμάτιο όπου επινοήθηκε η μουσική σας. Προσέξτε το τύμπανο που είναι καρφωμένο στην ταπετσαρία της λυκομάνας, πάνω από το γωνιακό νεροχύτη όπου η αμαρτωλή σύζυγος έπλυνε το μεταξωτό σλιπάκι της, εξετάζοντάς το κάτω από το γαλάζιο φως της επιγραφής ΠΛΗΡΕΣ που αναβόσβηνε ύποπτα στο αμυδρό φως της αυγής.
Αυτό είναι το δωμάτιο όπου οι σωλήνες των οχετών ήπιαν το φεγγαρόφωτο. Αυτό είναι το δωμάτιο όπου τα βρύα έκαναν σιγά σιγά το θησαυρό να σωπάσει.
Αυτό είναι το δωμάτιο όπου είχε θαφτεί το Βαμμένο Ραβδί, όπου η Πορφύρα ήταν τυλιγμένη στον λατρευτικό της πάπυρο. Οι εραστές αλλάζουν το παλιό τους δέρμα μέσα σ΄ αυτό το χωμάτινο δωμάτιο, το αλλάζουν σαν τα ερπετά.
Αυτό είναι το δωμάτιο όπου η Ιεζάβελ έβαψε τα βλέφαρά της με την τραγική λάμψη της ιστορίας, το δωμάτιο όπου η Δαλιδά έκανε εξάσκηση για να πάρει το δίπλωμα της αισθητικής, το δωμάτιο όπου η Σαλώμη έριξε το έβδομο πέπλο καθώς χόρευε το χορό της έσχατης κατανόησης με τα κοκαλιάρικα πόδια της.
Πηγή: http://www.λέσχη.gr